Είκοσι περιοχές της Ελλάδας αντιμετωπίζουν πρόβλημα νιτρορύπανσης με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την υγεία μας και το περιβάλλον. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι η χρήση ανόργανου αζώτου έφτασε τα 11 εκατομμύρια τόνους ετησίως τη δεκαετία του ’80. Στη συνέχεια έπεσε περίπου στα 9 εκατομμύρια, τονίζει ο δρ Γεώργιος Σταμάτης, αναπληρωτής καθηγητής Υδρογεωλογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Στη διάρκεια βροχοπτώσεων, η επιφανειακή απορροή μεταφέρει μεγάλες ποσότητες ενώσεων του αζώτου, ιδιαιτέρως όταν η εποχή των βροχοπτώσεων συμπίπτει με την εποχή της χρήσης των αζωτούχων λιπασμάτων. Η σχέση ανάμεσα στην αέρια διάθεση ή στην εδαφική διάθεση και στις επιπτώσεις σε απομακρυσμένες περιοχές δεν είναι ακόμα εντελώς ξεκάθαρη. Πέραν των λιπασμάτων, πρόσθετες σημειακές πηγές νιτρορυπάνσεως είναι βιομηχανικές εγκαταστάσεις, κτηνοτροφικές δραστηριότητες, νεκροταφεία, οικιακά απόβλητα και χρησιμοποιημένα νερά.
Φαινόμενο ευτροφισμού
Στη χώρα μας σύμφωνα με μελέτη που εκπόνησαν το ΕΜΠ (τομέας υδάτινων πόρων), το ΙΓΜΕ και το ΚΕΠΕ, το 70% των λιμνών παρουσιάζουν ευαισθησία ως προς τον ευτροφισμό.
Η μεγάλη προσφορά θρεπτικών ουσιών (λιπάσματα) προκαλεί υπέρμετρη αύξηση των πληθυσμών των υδρόβιων φωτοσυνθετικών οργανισμών.
Αυτή με τη σειρά της οδηγεί σε αύξηση των ετερότροφων οργανισμών (καταναλωτών και αποικοδομητών). Ολοι αυτοί καταναλώνουν περισσότερο οξυγόνο. Ετσι η ποσότητα του οξυγόνου που είναι διαλυμένο στο νερό γίνεται ολοένα μικρότερη πλήττοντας κυρίως τα ψάρια που πεθαίνουν από ασφυξία.
Η Ελλάδα όπως και άλλα κράτη – μέλη παρουσιάζει ανεπάρκεια στον χαρακτηρισμό ευπρόσβλητων ζωνών. Αρχικώς ως τέτοιες ζώνες χαρακτηρίστηκαν δέκα περιοχές, εκ των οποίων μόνο η Θεσσαλία ήταν η πρώτη που είχε ξεκινήσει πρόγραμμα για τον περιορισμό της νιτρορύπανσης. Σήμερα μιλάμε για συνολικά 20 περιοχές.
Ευπρόσβλητες ζώνες έχουν ακόμη χαρακτηριστεί: ο κάμπος της Θεσσαλονίκης, το Κιλκίς, η Πέλλα, η Ημαθία, η λεκάνη του Στρυμόνα (Σέρρες) με τη λίμνη Κερκίνη και η πεδιάδα Αρτας – Πρέβεζας.
Ειδικότερα στην περιοχή της Πελοποννήσου από μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί έχει διαπιστωθεί η υπερβολική αύξηση των τιμών στους προσχωματικούς υδροφόρους ορίζοντες με τιμές που ξεπερνούν τα 50 ppm (ανώτατο όριο που έχει θεσπιστεί από την Ε.Ε. βάσει των 2000/60 και 2006/118 οδηγιών).
Ερευνα που πραγματοποιήθηκε στο αργολικό πεδίο, όπου κατά τόπους η συγκέντρωση των νιτρικών ιόντων ξεπερνά τα 100 mg/l, και εφαρμόστηκε μαθηματικό μοντέλο εκτίμησης του χρόνου απορρύπανσης σε ένα υποθετικό σενάριο διακοπής των αντλήσεων και καθολικού τεχνητού εμπλουτισμού, έδειξε ότι ο απαιτούμενος χρόνος απορρύπανσης των υπόγειων νερών από τα νιτρικά ιόντα ξεπερνά τα 20 χρόνια.
Ενδεχόμενες επιπτώσεις
Μέρος των εν λόγω απωλειών αζώτου (50-80%) ανακυκλώνεται στα ύδατα και στο έδαφος, προκαλώντας εμπλουτισμό των υπογείων υδάτων, ευτροφισμό των επιφανειακών υδάτων, σε συνδυασμό με τον φωσφόρο, και συμβάλλει στις προκαλούμενες από τις «όξινες βροχές» φθορές στη χερσαία χλωρίδα και στο έδαφος. Ενα άλλο μέρος, μέχρι ποσοστού 20-50% «απονιτρώνεται» σε αδρανή αέρια αζώτου (και Ν20, με συμβολή στην πρόκληση του φαινομένου του θερμοκηπίου), από βακτηρίδια του εδάφους και των ιζημάτων ή από φυσική χημική αναγωγή, σε ορισμένους τύπους εδάφους και υπογείων υδάτων.
Οσο για τα μέτρα, ένας θεός ξέρει με το κράτος έχουμε πώς μπορούν να γίνουν πραγματικότητα.
Λέει μεταξύ άλλων ο δρ Γεώργιος Σταμάτης: Χρηστή διαχείριση, περιορισμός καλλιεργειών σε επικλινή εδάφη μεγάλης κλίσης καθώς και άρδευσης, εφαρμογή υποχρεωτικών προγραμμάτων χρήσης λιπασμάτων και γενικοί περιορισμοί ανά καλλιέργεια για λιπάσματα ανόργανου και οργανικού αζώτου κ.λπ…
(Συνεργάστηκε ο Γεράσιμος Γιόξας, γεωλόγος, υποψήφιος διδάκτωρ).
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 04/10/2008