Το 2001, 60 χρόνια μετά την ισχύ του γνωστού νόμου του 1940 περί αιγιαλού, ψηφίστηκε ένα νέο νομοθέτημα (Ν2971/01). Οι κριτικές που κατατέθηκαν στον δημόσιο διάλογο της εποχής διακρίνονται σ’ αυτές που έβλεπαν με καχυποψία να διακυβεύεται το δημόσιο συμφέρον επί του αιγιαλού και σ’ αυτές που θεωρούσαν ότι το σύστημα όφειλε να εκσυγχρονιστεί. Το σημερινό σχέδιο νόμου (ΣΝ) καλύπτει το δεύτερο σκέλος της κριτικής, εισάγοντας νέες τεχνικές στην χαρτογράφηση του παράκτιου χώρου και την αποτύπωση του αιγιαλού, που φαίνεται ότι θα συμβάλλουν στην ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διαδικασία.
Ως προς το άλλο σκέλος όμως, το νέο ΣΝ προχωρά με σαφήνεια πλέον στην κατεύθυνση που χάραξε ο Ν του 2001, ο οποίος είχε εισάγει μια γενικευμένη διαδικασία παραχωρήσεων του αιγιαλού και της παραλίας «για την άσκηση δραστηριοτήτων που εξυπηρετούν τους λουόμενους ή την αναψυχή του κοινού (όπως εκμίσθωση θαλασσίων μέσων αναψυχής, καθισμάτων, ομπρελών, λειτουργία τροχήλατου αναψυκτηρίου κλπ)». Τα αποτελέσματα της νέας πρόβλεψης τα ζήσαμε αυτά τα χρόνια στις ακτές μας, όπου έχει γίνει πλέον αδύνατον να βρείς προσβάσιμη παραλία χωρίς το σχετικό αναψυκτήριο τύπου τροχοβίλα (μετά μουσικής), με διαθέσιμο χώρο για να στρώσεις μια πετσέτα. Σημειωτέον ότι η παροχή της υπηρεσίας ‘ενοικίαση ομπρελών’ θεωρείται κριτήριο για την απόδοση του σήματος της γαλάζιας σημαίας, δηλαδή της περιβαλλοντικής ποιότητας!
Με τον Ν2971 περί αιγιαλού ρυθμίζονται επίσης θέματα λιμενικών ζωνών και ορίζεται ότι, «στο πλαίσιο ανάπτυξης του λιμενικού δυναμικού της χώρας», μπορούν να γίνουν στις λιμενικές ζώνες κάθε είδους «έργα που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση της εμπορικής, επιβατικής, ναυτιλιακής, τουριστικής, και αλιευτικής κίνησης και γενικότερα της εύρθυμης λειτουργίας του λιμένα». Εισάγονται δηλαδή νέες ‘αναπτυξιακές’ δυνατότητες στις λιμενικές ζώνες που πρέπει να αξιολογηθούν στο πλαίσιο των γενικότερων εξελίξεων για την λιμενική πολιτική (βλέπε ειδική στήλη).
Στην εισηγητική έκθεση του πρόσφατου ΣΝ αναφέρεται ως βασικό νέο δεδομένο, που επιβάλλει την επανεξέταση του νόμου περί αιγιαλού, η έκδοση της σύστασης του ευρωπαικού κοινοβουλίου για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση των Παράκτιων Ζωνών (ΟΔΠΖ). Η αναφορά αυτή ουδεμία επίπτωση έχει στην προβληματική και τις διατάξεις του ΣΝ με μόνη εξαίρεση την επίκληση των αρχών της αειφορίας και του χωροταξικού σχεδιασμού στην διαχείριση του αιγιαλού και της παραλίας. Οι ορισμοί όμως που δίνονται στην εισηγητική έκθεση για τον χωροταξικό σχεδιασμό (πχ ότι διέπεται από την αρχή της ισόρροπης αναπτύξεως με μέσα υποδομής) μάλλον ασάφεια προκαλούν. Αντίθετα η ΟΔΠΖ, την οποία επικαλείται το ΣΝ, ορίζεται με πληρότητα στην σύσταση 2002/413, ως μια «δυναμική, πολυτομεακή και συνεχής διαδικασία η οποία μακροπρόθεσμα επιδιώκει την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ περιβαλλοντικών, οικονομικών, κοινωνικών, πολιτισμικών και ψυχαγωγικών στόχων εντός των ορίων που θέτει η φυσική δυναμική».
Φυσικά ένα ΣΝ του Υπ. Οικονομικών δεν μπορεί να ανταποκριθεί σ’αυτή την πολιτική. Αντίθετα, το κατάλληλο θεσμικό εργαλείο για την ενσωμάτωση των κατευθύνσεων πολιτικής της Σύστασης είναι το προβλεπόμενο από την χωροταξική νομοθεσία, Ειδικό Πλαίσιο Χωρικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Παράκτιο Χώρο [1], που είχε μελετηθεί το 2003 και είχε συζητηθεί στο αντίστοιχο γνωμοδοτικό σύμβούλιο χωροταξίας. Το σχέδιο που είχε τότε δημοσιοποιηθεί ήταν τόσο γενικό και αδρομερές, επαναλάμβανε εν είδει ευχολόγιου χωρίς συγκεκριμένα μέτρα τις αρχές της Σύστασης, που θα αμφέβαλλε κανείς για την αποτελεσματικότητά του, ανεξάρτητα αν σήμερα εκτιμάμε ότι η τυχόν θεσμοθέτησή του θα ήταν, έστω … ένα κάποιο βήμα!
Αιγιαλίτιδα ζώνη και παράκτιος χώρος
Νομικά υπάρχει μια ενδιαφέρουσα διάκριση στην οποία αξίζει να σταματήσουμε: ο αιγιαλός και η παραλία (εφόσον απαλλοτριωθεί) είναι ‘πράγματα κοινόχρηστα’ και ανήκουν στην δημόσια περιουσία. Αντίθετα υπάρχει μια ζώνη –μεταξύ παλαιού και νέου αιγιαλού- που προκύπτει από τεχνητές ή φυσικές προσχώσεις και ανήκει στην λεγόμενη ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, δηλαδή επιδέχεται οικονομικής εκμετάλλευσης όπως όλα τα ιδιωτικά κτήματα του Δημοσίου που διαχειρίζεται η ΚΕΔ. Τέτοιες είναι, για παράδειγμα, οι περισσότερες πλαζ του ΕΟΤ που έχουν περιέλθει πλέον στην ιδιοκτησία της ΕΤΑ ΑΕ.
Το ΝΣ λοιπόν (όπως και ο προηγούμενος νόμος) θεσπίζοντας διατάξεις περί παραχωρήσεων του αιγιαλού εισέρχεται στα πεδία της διαχείρισης του παράκτιου χώρου χωρίς να συνδεθεί με την χωροταξική πολιτική, για παράδειγμα χωρίς να ελέγχει αν οι χρήσεις για τις οποίες γίνεται η παραχώρηση συνάδουν με τις κατευθύνσεις των χωροταξικών ή πολεοδομικών σχεδίων της ενδοχώρας. Η μόνη δέσμευση για την ανάπτυξη χρήσεων στον αιγιαλό είναι ότι αυτές πρέπει να προβλέπονται σε νόμο (δηλαδή απαγορεύεται το λαθρεμπόριο!). Η παρατήρηση έχει ιδαίτερο ενδιαφέρον για την πολιτική ιδιωτικοποιήσεων που ακολουθείται στις εκτάσεις της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, δηλαδή σε περιοχές αξιόλογου μεγέθους, έναντι των μικρών ακτών που εκμεταλλεύονται οι ΟΤΑ.
Ορισμένα νέα στοιχεία που εισάγει το ΣΝ, είναι:
- Η ανάθεση της δημιουργίας των χαρτών και της χάραξης του αιγιαλού σε ιδιωτικές εταιρείες όπως η Κτηματολόγιο ΑΕ, με παράλληλη ελλειπή στελέχωση των δημοσίων υπηρεσιών που καλούνται να τα ελέγξουν και παραλάβουν.
- Η μη υποχρέωση χάραξης της ζώνης παραλίας, που αιτιολογείται από την αδυναμία υλοποίησης της (πονάει μάτι, κόψει κεφάλι) [2]. Εδώ υπάρχει μια περίεργη εμμονή (ήδη από την εισηγητική του 2001 αλλά χωρίς έγκυρη υποστήριξη) ότι είναι αμφισβητήσιμη νομικά, η ακολουθούμενη ως τώρα πρακτική οριοθέτησης 15μετρης ζώνης, ώστε να έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί ρυμοτομίας που θεωρούν ότι δεν οφείλεται αποζημίωση, λόγω ωφέλειας από την οριοθέτηση της παραλίας.
- Η ανάθεση στην ΚΕΔ (και όχι στις Κτηματικές Υπηρεσίες του ΥΠΟΙΟ) της αναζήτησης και καταγραφής των εκτάσεων μεταξύ παλαιού και νέου αιγιαλού.
- Η διαγραφή της διάταξης του Ν2971 που προβλέπει ότι οι παραχωρήσεις δεν πρέπει να απαγορεύουν την ελεύθερη πρόσβαση του κοινού στον αιγιαλό.
- Η κατάργηση του ειδικού καθεστώτος των Δωδεκανήσων όπου λόγω κτηματολογίου, είναι πιο κατοχυρωμένη η ζώνη παραλίας.
Οικονομική εκμετάλλευση και δημόσιο όφελος
Το ΣΝ αντιμετωπίζει το δημόσιο συμφέρον ως αύξηση των εσόδων και προσπαθεί να διευρύνει και ρυθμίσει υποτυπωδώς την εισαγωγή ιδιωτικο-οικονομικών κριτηρίων στην ‘αξιοποίηση’ των παραλιών μας. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι συνδυάζει την απόκτηση εσόδων με την παροχή υπηρεσιών στο κοινό (καταναλωτή) και με την δημόσια οικειοποίηση της υπεραξίας του προνομιακού τόπου (πχ με την εγκατάσταση ενός εστιατορίου) την οποία διαφορετικά θα οικειοποιείτο η αμέσως συνεχόμενη με τον αιγιαλό ιδιωτική ιδιοκτησία.
Αυτή η αρχή εφαρμόζεται –υπό όρους και με πολύ προσεκτικό σχεδιασμό- σε άλλες χώρες συνδυαζόμενη όμως και με την άλλη της όψη: η ακτή δεν αποτελεί μόνο πηγή εσόδων αλλά και τόπο διοχέτευσης δημόσιων πόρων, με την δέσμευση και διάθεση ειδικών κονδυλίων. Συνήθως αυτά αποσκοπούν στην διεύρυνση του δημόσιου παράκτιου χώρου (με αγορές ή απαλλοτριώσεις) και στην χρηματοδότηση έργων περιβαλλοντικής αποκατάστασης και προστασίας του. Μια στοιχειώδης αναδιανεμητική πολιτική, αν δεν έχουμε ξεχάσει τον όρο στις δημόσιες πολιτικές. Τυπικό παράδειγμα ο κρατικός οργανισμός Conservatoire du littoral στην Γαλλία που έχει επιτελέσει την τελευταία 25ετία αξιόλογο έργο σ’αυτή την κατεύθυνση, σε συνδυασμό με τις τοπικές πρωτοβουλίες και πολιτικές που δεν διστάζουν να επιβάλλουν ειδικά τέλη για την χρηματοδότηση της περιβαλλοντικής πολιτικής. Για παράδειγμα έχει υπολογίσει κανείς τι έσοδα θα απέδιδε η επιβολή ενός τέλους της τάξης του 0,50-1 ευρώ σε κάθε εισιτήριο στην Μύκονο;
Ως πότε θα θεωρούμε ότι μπορούμε να κάνουμε πολιτική μόνο με νόμους και διατάξεις χωρίς ολοκληρωμένα δημόσια προγράμματα και επιχειρησιακά σχέδια;
Οι οκτώ γενικές αρχές ‘καλής διαχείρισης των παράκτιων ζωνών της Ευρώπης’ που προτείνει η Σύσταση ΟΔΠΖ, δίνουν δείγμα γραφής και μεθοδολογικές κατευθύνσεις για τον χωρικό σχεδιασμό στο σύνολό του και θεωρούνται ‘θεμελιώδη στοιχεία της καλής διακυβέρνησης’. Η μη υιοθέτησή τους μας καθιστά υπόλογους απέναντι στις επόμενες γενεές.
—————–
[1] Αναφέρεται σε ευρύτερη περιοχή, πχ βάθους 2χμ.
[2] Αυτά τα δύο στοιχεία έχουν δεχθεί ευρεία κριτική (βλέπε ΗΜΕΡΙΔΑ που συνδιοργάνωσε στις 14.2.07 στο ΤΕΕ, η Μεσόγειος SOS και ο ΣΕΠΟΧ)
της Μάρως Ευαγγελίδου, Πολεοδόμου –Χωροτάκτη, από το Δαίμονα της Οικολογίας, Τεύχος 69, Μάρτιος 2007
Θέσεις του Δικτύου ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS για το Νομοσχέδιο για τον Αιγιαλό
Το Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS θέλοντας να συμβάλλει στον κοινωνικό διάλογο σχετικά με το Ν/Σ “περί Αιγιαλού και Παραλίας” καταθέτει πιο αναλυτικά την κριτική του πάνω στο Ν/Σ με στόχο να συμπράξει στην προσπάθεια φορέων για μια πιο αποτελεσματική παράκτια νομοθεσία και φιλοσοφία βιώσιμης διαχείρισης των παράκτιων κοινόχρηστων πόρων.
Το Ν/Σ περί Αιγιαλού και Παραλίας που έχει κατατεθεί και θα παρουσιαστεί σύντομα στην αρμόδια Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής είναι ένα αντιφατικό κείμενο που ενώ από τη μία διακηρύττει ότι επιδιώκει να συμβάλει στην προστασία του παράκτιου περιβάλλοντος με βάση τις αρχές τις αειφορίας και του χωροταξικού σχεδιασμού, από την άλλη με τις διατάξεις του, παρά κάποιες οριακές θετικές παρεμβάσεις, αναιρεί τον κοινόχρηστο χαρακτήρα του κοινωνικού και περιβαλλοντικού αγαθού που είναι ο Αιγιαλός και υποθηκεύει την προστασία και βιώσιμη διαχείριση της παράκτιας ζώνης.
Διέπεται από μια φιλοσοφία διαχείρισης των παράκτιων και θαλάσσιων κοινόχρηστων πόρων μέσα από μια περιορισμένη -και από καθαρά οικονομική σκοπιά- οπτική που αντιμετωπίζει την παράκτια ζώνη ως δημόσια κτήματα- φιλέτα γης που μπορούν να παραχωρηθούν με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
Είναι γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν υπάρχει μια ολοκληρωμένη νομοθεσία για την παράκτια ζώνη που να αντιμετωπίζει μέσα από την οπτική της προστασίας και της βιώσιμης διαχείρισης την ευαίσθητη αυτή ζώνη.
Προτάσεις του Δικτύου ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS για το Ν/Σ «αιγιαλός και παραλία»
- H όποια νομοθετική ρύθμιση για θέματα παράκτιας ζώνης θα πρέπει να είναι σφαιρική και όχι αποσπασματική, θα πρέπει να είναι προϊόν ουσιαστικού διαλόγου μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων υπουργείων αλλά και των βασικών κοινωνικών, επιστημονικών και περιβαλλοντικών φορέων (υπουργεία, μεταξύ των οποίων και το ΥΠΕΧΩΔΕ, επιστημονικοί φορείς και ενώσεις, όπως Δ.Σ.Α, ΣΕΠΟΧ, ΤΕΕ, Ωκεανογράφοι, Βιολόγοι, Περιβαλλοντολόγοι, κα), περιβαλλοντικές οργανώσεις, πανεπιστήμια κι ερευνητικά ιδρύματα κα
- Με δεδομένο ότι απουσιάζει μέχρι σήμερα μια πολιτική που να αντιμετωπίζει με ολοκληρωμένο τρόπο τα θέματα της προστασίας του παράκτιου οικοσυστήματος, της εξασφάλισης της κοινωνικής – πολιτιστικής αξίας του καθώς και της έκτασης και της μορφής των παρεμβάσεων και οικονομικών δραστηριοτήτων στην ευαίσθητη αυτή ζώνη, θα πρέπει να διαμορφωθεί μια στρατηγική για τη διαχείριση της παράκτιας ζώνης, μέσα από διάλογο με τη μορφή ενός «κοινοβουλίου ακτών» κι αξιοποιώντας την εμπειρία των Εθνικών Αναφορών, στο πλαίσιο της Σύστασης της ΕΕ για την αποτελεσματική εφαρμογή της Ολοκληρωμένης Διαχείρισης της Παράκτιας Περιοχής. Η Εθνική Στρατηγική για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης θα πρέπει να έχει σαφώς καθορισμένους στόχους, χρονοδιαγράμματα και δεσμευμένους πόρους στο Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο Ανάπτυξης στον τομέα «Περιβάλλον και Αειφόρος Ανάπτυξη» αλλά και στα επιμέρους Επιχειρησιακά και στα Περιφερειακά Προγράμματα
- Οι αρχές της Ολοκληρωμένης Διαχείρισης της Παράκτιας Ζώνης θα πρέπει να είναι οι κατευθυντήριες σε οποιαδήποτε νομοθετική ρύθμιση, πολιτική και πρακτική που αφορά στην παράκτια ζώνη. Ο «αιγιαλός» και η «παραλία» δεν πρέπει, λοιπόν, να αντιμετωπίζονται χωριστά αλλά ως ενιαίο σύνολο του παράκτιου οικοσυστήματος που απαιτεί ολοκληρωμένες ρυθμίσεις, προστασία και βιώσιμη διαχείριση.
- Ένας σύγχρονος σχεδιασμός για την παράκτια ζώνη, θα πρέπει να λάβει υπόψη του ότι τόσο για λόγους προστασίας του παράκτιου οικοσυστήματος όσο και για λόγους οικονομικής και κοινωνικής προστασίας απέναντι στη διάβρωση, την επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην παράκτια ζώνη αλλά και πιθανών παλιρροϊκών κυμάτων και στο μέλλον, είναι απαραίτητο να δημιουργήσουμε μεγαλύτερες ζώνες εκτόνωσης (buffer zones) και να υποχωρήσουμε στις ακτές, δημιουργώντας ζώνες παραλίας μεγαλύτερου εύρους αντί να πλησιάζουμε περισσότερο εκεί που σκάει το κύμα.
- Τα θέματα της χάραξης κι εφαρμογής της στρατηγικής για την παράκτια ζώνη πρέπει να περάσουν σε ένας ανεξάρτητο Οργανισμό Διαχείρισης της Παράκτιας Ζώνης στον οποίο θα πρέπει να συμμετέχουν αντιπροσωπευτικά εκτός από τη διοίκηση, επιστημονικοί και περιβαλλοντικοί φορείς. Ο Οργανισμός Διαχείρισης της Παράκτιας Ζώνης θα επεξεργάζεται με βάση τις αρχές της Ολοκληρωμένης Διαχείρισης της Παράκτιας Ζώνης.
Ο Οργανισμός Διαχείρισης της Παράκτιας Ζώνης πρέπει να:
- Αποτελεί ένα είδος αντιπροσωπευτικού φόρουμ διαλόγου για θέματα ακτών, δηλαδή κάτι σαν «εθνικό κοινοβούλιο ακτών».
- Είναι επιφορτισμένος με την προστασία των οικοσυστημάτων και του τοπίου στις παράκτιες περιοχές, στα δέλτα των ποταμών και στις παρόχθιες περιοχές λιμνών έκτασης άνω του 1 τετρ. Χιλιομέτρου.
- Μπορεί για την εκπλήρωση του σκοπού του να αποκτά την κυριότητα εκτάσεων σε περιοχές της αρμοδιότητάς του, μέσω αγορών ή δωρεών και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μέσω απαλλοτριώσεων.
- Έχει σημαντικό ετήσιο προϋπολογισμό για την υλοποίηση του σχεδιασμού του καθώς και επαρκές επιστημονικό και διοικητικό προσωπικό.
- Παραχωρεί τη διαχείριση των παράκτιων περιοχών στην τοπική αυτοδιοίκηση, σε φορείς διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών ή σε άλλες τοπικού χαρακτήρα κοινοπραξίες, αφού πρώτα πραγματοποιήσει τις απαραίτητες εργασίες για την αποκατάσταση του οικοσυστήματος και της παράκτιας ζώνης, με την προϋπόθεση και δέσμευση ότι οι φορείς αυτοί δεσμεύονται να τηρήσουν τις προδιαγραφές βιώσιμης διαχείρισης που έχουν τεθεί.
- Προσδιορίζει με τη βοήθεια επιστημονικών ερευνών ποιες είναι οι επιτρεπόμενες παρεμβάσεις, ποιες οι επιτρεπόμενες μορφές διαχείρισης και ποιες δραστηριότητες είναι συμβατές με την προστασία των οικοσυστημάτων και του τοπίου.
- Οργανώνει συμμετοχικές διαδικασίες με τη μορφή τοπικών «κοινοβουλίων ακτών», ώστε οι τοπικές κοινωνίες να συμμετέχουν ενεργά στη διαχείριση της παράκτιας ζώνης.
- Παρακολουθεί τη διαχείριση της παράκτιας ζώνης στις αστικές περιοχές και ελέγχει την εφαρμογή προγραμμάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης σε λιμάνια και βιομηχανικές ζώνες
- Δημιουργεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων και μητρώων παράκτιων και παρόχθιων ζωνών, στα οποία καταχωρούνται:
- όλα τα στοιχεία για τα οικολογικά, κοινωνικά χαρακτηριστικά κάθε περιοχές,
- μελέτες και στοιχεία για την κατάσταση κάθε περιοχής,
- οι υπάρχουσες πιέσεις, πηγές ρύπανσης και υποβάθμισης και η εξέλιξή της κατάστασής τους
- εκτιμήσεις για τον κίνδυνο διάβρωσης, δημιουργίας παλιρροϊκών κυμάτων και σημαντικής επίδρασης των κλιματικών αλλαγών σε κάθε περιοχή
- τα σχέδια διαχείρισης, αποκατάστασης και εξυγίανσης που υλοποιούνται σε κάθε περιοχή
- οι επιτρεπόμενες δραστηριότητες και η αξιολόγηση των επιπτώσεών τους,
- όλες οι διοικητικές πράξεις, οι οποίες αφορούν στον καθορισμό, διαχείριση, εκμετάλλευση και προστασία των ζωνών.
Η ηλεκτρονική βάση δεδομένων υποστηρίζεται από ένα ηλεκτρονικό δίκτυο περιβαλλοντικής πληροφόρησης που επιτρέπει στους πολίτες να έχουν πρόσβαση στις πληροφορίες και τα δεδομένα με τρόπο φιλικό στον χρήστη και ουσιαστικό.
Μόνο ο Οργανισμός Διαχείρισης της Παράκτιας Ζώνης μπορεί να προβαίνει σε παραχώρηση της χρήσης με βάση συγκεκριμένες προδιαγραφές, τεκμηριωμένη απόφαση κι απαιτήσεις που εξασφαλίζουν τη βιώσιμη διαχείριση και προστασία. Η αρμοδιότητα αυτή δεν εκχωρείτε πλέον σε κάποιο Υπουργό, ώστε να εκλείψουν φαινόμενα πελατειακών σχέσεων και διαφθοράς.
- Αντικατάσταση της κατά περίπτωση διαδικασίας ορισμού γραμμών αιγιαλού και παραλίας, με μια κανονική, γενικής εφαρμογής διαδικασία με την ανάλυση και επεξεργασία ψηφιακών αεροφωτογραφιών και δορυφορικών εικόνων, και συμπληρωματικά με την αυτοψία
- Σε ότι αφορά τα προβλήματα από τη διάβρωση, δεν μπορεί να παραχωρείται με τόση ευκολία άδεια για τεχνικά έργα που μπορούν να μεταφέρουν το πρόβλημα κάπου αλλού ή και να εντείνουν το πρόβλημα, αλλά πρέπει να υπάρχει ολοκληρωμένη προσέγγιση με βάση τις αρχές της Ολοκληρωμένης Διαχείρισης της Παράκτιας Ζώνης (ICZM).
Οι εισηγήσεις και τα πρακτικά της Ημερίδας καθώς και το πιο αναλυτικό κείμενο κριτικής του Δικτύου ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS για το Ν/Σ είναι διαθέσιμα σε μορφή PDF εδώ.
Ολοκληρωμένη Διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης: Τι σημαίνει, πως εφαρμόζεται
Η επείγουσα ανάγκη προστασίας των ακτών ως ευπαθών οικοσυστημάτων υπήρξε βασικό ζήτημα στη Διεθνή Διάσκεψη του Ρίο για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη το 1992 και περιλαμβάνεται μεταξύ των προβλημάτων που απασχολούν την Agenda 21. Στην Ολοκληρωμένη Διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης (Integrated Coastal Zone Management – I.C.Z.M.) προεξέχουσα σημασία έχει η προστασία των παράκτιων οικοσυστημάτων, η ευημερία και ενεργή συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών, και η συνέργια ανάμεσα σε πολιτικές και φορείς.
Η βιώσιμη διαχείριση της παράκτιας ζώνης σημαίνει όχι μόνο ανάπτυξη με σεβασμό στις φυσικές και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, αλλά εξασφάλιση των προϋποθέσεων για την κοινωνική ευημερία του παράκτιου πληθυσμού, ο οποίος αντιμετωπίζει ιδιαίτεραnbsp προβλήματα.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Ολοκληρωμένη Διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης (ΟΔΠΖ) αποβλέπει στη διαπλοκή των διάφορων πολιτικών (οικονομικών, κοινωνικών, περιβαλλοντικών και αναπτυξιακών) που έχουν επιπτώσεις στις παράκτιες περιοχές και τη λήψη αποφάσεων που προκύπτουν από μια μεθοδολογία συμμετοχικού σχεδιασμού. Η προσέγγιση αυτή αφορά ταυτοχρόνως τον προγραμματισμό και τη διαχείριση των παράκτιων πόρων και του παράκτιου χώρου. Δεν πρόκειται για μια ιδεώδη λύση δηλαδή με άμεσα και απτά αποτελέσματα, αλλά για μια δυναμική διαδικασία που εξελίσεται συν το χρόνο.
Έχουν δοθεί διάφοροι ορισμοί για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης. Απλά μιλώντας μπορούμε να πούμε ότι είναι ένα συμμετοχικό εργαλείο σχεδιασμού και πολιτικής, στα χέρια της διοίκησης και των πολιτών, για τη βιώσιμη ανάπτυξη στη παράκτια ζώνη. Αφορά την επίλυση συγκρούσεων και την αναζήτηση συνεργιών ανάμεσα στις ανθρώπινες δραστηριότητες στις παράκτιες περιοχές και τις επιπτώσεις τους στους φυσικούς πόρους και τα οικοσυστήματα. Είναι ένας τρόπος να διασφαλίσουμε ότι η ανάπτυξη στη παράκτια ζώνη ισορροπεί, μακροπρόθεσμα, τους διάφορους οικονομικούς, κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς στόχους και προτεραιότητες. Ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός είναι απαραίτητος στη διαχείριση των παράκτιων περιοχών όχι μόνο για να προβλέψουμε τις μελλοντικές ανάγκες μας και τα πιθανά προβλήματα, αλλά και για να δράσουμε αποτελεσματικά και συλλογικά, ενθαρρύνοντας θετικές εξελίξεις και αντιμετωπίζοντας έγκαιρα πιθανές συγκρούσεις.
Οι στόχοι της ολοκληρωμένης διαχείρισης της παράκτιας ζώνης περιλαμβάνουν:
- την ολοκληρωμένη και βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, με διεύρυνση των δυνατοτήτων απασχόλησης και διαφοροποίηση- ποικιλότητα της οικονομικής βάσης των παράκτιων περιοχών, καθώς και την στήριξη εναλλακτικών ήπιων μορφών ανάπτυξης
- την προστασία φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς με βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων, σεβασμό της ποικιλότητας του τοπίου και ανάδειξη των ιστορικών- πολιτιστικών μνημείων
Η ολοκληρωμένη διαχείριση της παράκτιας ζώνης θα πρέπει να ενσωματώνει τις ακόλουθες αρχές:
- Η προστασία και ανάδειξη της φυσικής και πολιτιστικής ιδιαιτερότητας κάθε περιοχής πρέπει να αποτελεί τον πυρήνα ενός Ολοκληρωμένου Παράκτιου Σχεδιασμού
- Ο σχεδιασμός των δραστηριοτήτων και των αντίστοιχων έργων ή των έργων υποδομής θα πρέπει να σέβεται τη φέρουσα ικανότητα των φυσικών οικοσυστημάτων και πόρων, αλλά και να σέβεται συναινετικές και άλλες δημοκρατικές διαδικασίες.
- Η αειφόρος ανάπτυξη απαιτεί την κινητοποίηση του παράκτιου πληθυσμού και την καλλιέργεια του αισθήματος κοινής ευθύνης.
- Ο σχεδιασμός για την επίτευξη της βιώσιμης διαχείρισης και ανάπτυξης πρέπει να γίνεται σε τοπικό επίπεδο (Δήμος/ Νομαρχία/ Περιφέρεια) και η χάραξη πολιτικής σε εθνικό
Προκειμένου να εφαρμοστεί η βιώσιμη παράκτια διαχείριση πρέπει να ακολουθηθούν τα παρακάτω βήματα:
- Αναγνώριση των τοπικών προβλημάτων (περιβαλλοντικών, κοινωνικών και αναπτυξιακών),
- Καθορισμός των στόχων που πρέπει να επιτευχθούν προκειμένου να επιλυθούν τα προβλήματα,
- Καθορισμός συγκεκριμένων σταδίων με μετρήσιμα αποτελέσματα,
- Καθορισμός συγκεκριμένων δράσεων σε τοπικό επίπεδο,
- Εξασφάλιση των μέσων που απαιτούνται προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι δράσεις (οικονομικοί πόροι, ανθρώπινο δυναμικό, υλικοτεχνική υποδομή, κ.α.),
- Ανάπτυξη ενός συστήματος ελέγχου ndash αξιολόγησης
- Οργάνωση δικτύων για την ανταλλαγή εμπειριών πάνω σε πρακτικές παράκτιας διαχείρισης και συμμετοχικού σχεδιασμού
- Ανάπτυξη πλαισίου συμμετοχικού σχεδιασμού με την ενεργή συμμετοχή τοπικών φορέων και του κοινού
- Οργάνωση προγραμμάτων ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης του κοινού για να επιτευχθεί η απαιτούμενη κοινωνική συναίνεση και συμμετοχή
Η Ατζέντα MED21, η Agenda 21 προσαρμοσμένη σε Μεσογειακό επίπεδο από τη Μεσογειακή Επιτροπή για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη του ΟΗΕ (UNEP-MAP MCSD), ορίζει ότι η συγκεκριμενοποίηση των στόχων της αειφόρου (βιώσιμης) ανάπτυξης στην περιοχή της Μεσογείου απαιτεί μεγάλη κινητοποίηση της κοινής γνώμης και ενεργό συμμετοχή όλων των κοινωνικών εταίρων, της κοινωνίας των πολιτών, ομάδων, οργανισμών, κλπhellip (Κεφάλαιο 23).nbsp Πρέπει λοιπόν να ενισχυθούν ‘η πληροφόρηση, η ευαισθητοποίηση και η συμμετοχή του κοινού’, ακριβώς διότι συνεισφέρουν στην ενεργό κινητοποίηση των πολιτών σχετικά με την υλοποίηση της αειφόρου ανάπτυξης και τη προστασία του μεσογειακού περιβάλλοντος. Τίθεται λοιπόν το ζήτημα των εργαλείων που χρησιμοποιεί η Διοίκηση για να ενσωματώσει τη κοινωνική συναίνεση στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και να επιδιώξει την ενεργή συμμετοχή του πολίτη σε τοπικές πρωτοβουλίες που επηρεάζουν το (παράκτιο) περιβάλλον.
Πηγές / Ενδιαφέρουσες συνδέσεις
- Ιστοσελίδα του Μεσογειακού Προγράμματος για το Περιβάλλον των Ηνωμένων Εθνών (UNEP/ MAP) @ www.unepmap.org
- Ιστοσελίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση Παράκτιας Ζώνης @ http://www.europa.eu.int/comm/environment/iczm/home.htm
- www.coastalguide.org
- PAP/ RAC- the Coastal Centre @nbsp www.pap-thecoastcentre.org
- Coast Base@ www.coastbase.org
- ICZM.ORG @ www.iczm.org
- IOC-ICAM @ http://ioc.unesco.org/icam
- NOAA Coastal Services @ http://www.csc.noaa.gon
- NOAA-ICZM @ http://www.nos.noaa.gov/icm
- Coastal Towns @ http://www.coastaltowns.org
- Coastal Management @ http://www.coastalmanagement.com