Η έγκριση του φαρμάκου Sativex, ενός σκευάσματος από κάνναβη, στην ευρωπαϊκή αγορά φέρνει ξανά το θέμα στην επικαιρότητα: πόσο χρήσιμες μπορεί να είναι στην ιατρική οι ναρκωτικές ουσίες;

Aπό τη χαλαρωτική επίδραση της κάνναβης ως το «ανέβασμα» του LSD και του ecstasy οι παράνομες ναρκωτικές ουσίες δεν συνδέονται συνήθως με τις κλινικές δοκιμές και τον πάγκο του εργαστηρίου. Αυτό όμως αρχίζει να αλλάζει.

Επί σχεδόν σαράντα χρόνια οι ερευνητές απέφευγαν να εξετάσουν τα θεραπευτικά οφέλη των απαγορευμένων ουσιών. Ωστόσο η καλύτερη κατανόηση του τρόπου επίδρασής τους χάρη σε μελέτες σε ζώα και στην πρόοδο των τεχνικών απεικόνισης του εγκεφάλου φαίνεται να αντιστρέφει σιγά σιγά την κρατούσα τάση. Παράλληλα κλινικές δοκιμές με ΜDΜΑ (έκσταση), LSD και άλλες ψυχοδραστικές ουσίες αρχίζουν να παρουσιάζουν κάποια θετικά αποτελέσματα. Θα μπορούσαν αυτές οι εξελίξεις να οδηγήσουν σε μια στροφή των κυβερνήσεων απέναντι στη χρηματοδότηση και τη νομοθετική ρύθμιση των ερευνών γύρω από την ενδεχόμενη ωφέλιμη χρήση των παράνομων ναρκωτικών;


Το LSD αναπτύχθηκε στη δεκαετία του 1940 αλλά ως τη δεκαετία του 1970 είχε απαγορευθεί σε πολλές χώρες, χαρακτηριζόμενο ως ουσία «κατάχρησης» χωρίς αποδεκτή ιατρική χρήση.

Η απαγόρευση αυτή χαρακτηρίζεται ωστόσο ένα λάθος που προκλήθηκε από «άγνοια και ταμπού» από την Αμάντα Φίλντινγκ, διευθύντρια του φιλανθρωπικού ιδρύματος Μπέκλεϊ της Οξφόρδης, το οποίο προωθεί τη διερεύνηση της συνείδησης. Οι αποφάσεις του είδους είναι πολιτικές και όχι επιστημονικές, προσθέτει ο Μάικλ Μιτχέφερ , ψυχίατρος στο Μάουντ Πλέζαντ της Καλιφόρνιας.

Για καρκίνο και διακοπή καπνίσματος
Παρά τα νομικά εμπόδια, κάποιες κλινικές δοκιμές διενεργούνται αυτή τη στιγμή στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ελβετία προκειμένου να διερευνηθούν οι δυνατότητες χρήσης του LSD και της ψιλοκυβίνης- του ψυχοδραστικού συστατικού των παραισθησιογόνων «μαγικών μανιταριών»- για την ανακούφιση καρκινοπαθών στο τελικό στάδιο από το άγχος και την κατάθλιψη. Η κυρία Φίλντινγκ συνεργάζεται επίσης με τον Ντέιβιντ Νατ του Ιmperial College του Λονδίνου στην πρώτη μελέτη με ψυχεδελικές ουσίες που διεξάγεται στη Βρετανία εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Μεταξύ άλλων διερευνούν πώς η ψιλοκυβίνη μπορεί να επενεργήσει στην ανάσυρση μακρινών αναμνήσεων βοηθώντας στη θεραπεία των ψυχικών τραυμάτων.

Εν τω μεταξύ σε μια μελέτη που διεξάγεται στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς της Βαλτιμόρης και χρηματοδοτείται από το ίδρυμα Μπέκλεϊ ο Ρόλαντ Γκρίφιθς και οι συνεργάτες του έχουν δει θετικά αποτελέσματα στη χρήση της ψιλοκυβίνης ως βοηθήματος στην ψυχοθεραπεία για την απεξάρτηση από το κάπνισμα. Στην Ιατρική Σχολή του Ανοβέρου της Γερμανίας μια ομάδα με επικεφαλής τον Ματίας Καρστ εξετάζει αν το βρωμο-LSD- μια μη ψυχοδραστική μορφή της ουσίαςμπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία των επικεντρωμένων πονοκεφάλων.

Κάνναβη, η θεραπευτική
Είναι ήδη γνωστό ότι η κάνναβη έχει καταπραϋντικά αποτελέσματα στα συμπτώματα της πολλαπλής σκλήρυνσης ή σκλήρυνσης κατά πλάκας. Ο Καναδάς και η Ευρωπαϊκή Ενωση ενέκριναν πρόσφατα τη χρήση του Sativex- το οποίο προέρχεται από εκχυλίσματα κάνναβης- για την ανακούφιση της σπαστικότητας σε ενηλίκους με πολλαπλή σκλήρυνση. Την περασμένη εβδομάδα δημοσιεύτηκε επίσης η πρώτη μελέτη που υποστηρίζει ότι το κάπνισμα κάνναβης μπορεί να μειώσει τον νευροπαθητικό πόνο, ο οποίος προκαλείται από βλάβες του νευρικού συστήματος.

Ο Μαρκ Γουέαρ και οι συνάδελφοί του στο Πανεπιστήμιο Μακ Γκιλ του Μόντρεαλ του Καναδά χορήγησαν σε ασθενείς με χρόνιο πόνο τρεις διαφορετικές δοσολογίες κάνναβης και ένα υποκατάστατο. Κατά μέσο όρο οι εθελοντές ανέφεραν μικρότερη ένταση του πόνου και καλύτερη ποιότητα ύπνου όταν κάπνιζαν τη μεγαλύτερη δόση κάνναβης σε σύγκριση με το υποκατάστατο ενώ οι παρενέργειες ήταν μηδαμινές.

«Και άλλες μελέτες έχουν εξετάσει στο παρελθόν την κάνναβη σε σχέση με τον πόνο.Η συγκεκριμένη όμως είναι η πρώτη που βλέπω να εξετάζει το κάπνισμα της κάνναβης» λέει ο Τομ Ντίκινσον, φαρμακολόγος του University College του Λονδίνου. Παρά το γεγονός ότι οι συμμετέχοντες ήταν μόνον 23 και ότι το κάπνισμα προκαλεί προβλήματα στην υγεία, η μελέτη είναι σημαντική, προσθέτει ο κ. Ντίκινσον, επειδή είναι γνωστό ότι ο νευροπαθητικός πόνος ανθίσταται στις άλλες μορφές θεραπείας.

Εμπόδια και αντιρρήσεις
Οι ναρκωτικές ουσίες που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για ιατρικούς σκοπούς είναι ενδεχομένως πολλές, το γεγονός όμως ότι έχουν ψυχοδραστικές επενέργειες δεν θέτει περιορισμούς στη χρήση τους; Η κυρία Φίλντινγκ έχει αντίθετη άποψη. Υποστηρίζει ότι το LSD, η ψιλοκυβίνη και η ΜDΜΑ δεν προκαλούν εθισμό ούτε είναι επικίνδυνες αν χορηγούνται σε ελεγχόμενες δόσεις. Αλλοι ωστόσο διαφωνούν. «Οι ψυχιατρικοί κίνδυνοι αυτών των ουσιών είναι πολύ γνωστοί» λέει ο Κεν Τσεσίνκι , ειδικός στον εθισμό του Πανεπιστημίου St George΄s του Λονδίνου. «Ισως να υπάρχει μόνο ένα στενό θεραπευτικό παράθυρο ανάμεσα στα ενδεχόμενα οφέλη και τα σημαντικά δυσμενή αποτελέσματα».

Το πρόβλημα αυτό δεν περιορίζεται όμως στις ψυχοδραστικές ουσίες. «Στην ιατρική χρησιμοποιούμε πολλά πράγματα που μπορούν να έχουν κακή χρήση και να είναι πολύ επικίνδυνα στις λάθος δόσεις» λέει ο κ. Μιτχέφερ. Η κυρία Φίλντινγκ πιστεύει ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει να δουν πέρα από το στίγμα της απαγορευμένης ουσίας και να χρηματοδοτήσουν ιατρικές έρευνες που θα μπορούσαν να είναι «πολύτιμες». Κάτι τέτοιο όμως θα αργήσει. Κατ΄ αρχήν, όπως επισημαίνει ο κ. Ντίκινσον, είναι δύσκολο να σχεδιαστούν τυφλές μελέτες όταν οι παρενέργειες της ουσίας είναι τόσο γνωστές. Στη μελέτη του κ. Μιτχέφερ, για παράδειγμα, όλοι οι ασθενείς εκτός από έναν καταλάβαιναν πότε τους χορηγούσαν ΜDΜΑ και πότε το υποκατάστατο.

TΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ LSD
«Με αξιοσημείωτη νευρικότητα και ελαφρά ζάλη βυθίστηκα σε μια όχι δυσάρεστη κατάσταση σαν μέθη. Σαν σε όνειρο παρατήρησα μια συνεχή σειρά από φανταστικές εικόνες, εκπληκτικά σχήματα με έντονα, καλειδοσκοπικά χρώματα».

Αυτή είναι η περιγραφή του πρώτου «ταξιδιού» με LSD που έκανε ο Αλμπερτ Χόφμαν, εφευρέτης της ουσίας,το 1943, Ο Χόφμαν ανέπτυξε αρχικά το LSD το 1938, όταν ήταν χημικός στην ελβετική Sandoz (σήμερα Νovartis),πιστεύοντας ότι θα ενεργούσε σαν κυκλοφορικό και αναπνευστικό τονωτικό.Βλέποντας ότι το σκεύασμα – γνωστό ως LSD-25- δεν είχε προφανή επίδραση στους ποντικούς το έβαλε στο ράφι.

Πέντε χρόνια αργότερα,όταν θέλησε να ανασυνθέσει την ουσία,η δουλειά του διεκόπη εξαιτίας της ασυνήθιστης κατάστασης που περιγράφεται πιο πάνω.

Συνειδητοποιώντας ότι τα συμπτώματα προήλθαν από την εισπνοή του LSD ο Χόφμαν αποφάσισε να καταπιεί μια δόση,εκτιμώντας ως «κατώφλι» για την επίδρασή του τα 250 μικρογραμμάρια.Στην πραγματικότητα το κατώφλι είναι πιο κοντά στα 20 μικρογραμμάρια.Υστερα από έξι ώρες θετικών και αρνητικών εμπειριών,μεταξύ των οποίων το ότι νόμιζε ότι η γειτόνισσά του ήταν«μια ύπουλη μάγισσα», τα συμπτώματα υποχώρησαν.

«Κατάλαβα ότι το LSD,με τέτοιες ιδιότητες, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στη φαρμακολογία,στη νευρολογία και ιδιαίτερα στην ψυχιατρική»έγραψε στη βιογραφία του.

Την επόμενη δεκαετία χιλιάδες μελέτες δημοσιεύτηκαν σχετικά με τα θετικά αποτελέσματα της ουσίας σε διάφορους τομείς,συμπεριλαμβανομένης της θεραπείας του εθισμού στο αλκοόλ,της ψύχωσης και του αυτισμού.

Δυστυχώς πολλές έρευνες δεν διέθεταν σωστό πειραματικό έλεγχο και παρουσίαζαν σε μεγάλο βαθμό περιγραφικά στοιχεία.Η έλλειψη μακροπρόθεσμων μελετών παρακολούθησης και ενός ρεαλιστικού υποκατάστατου αποτέλεσαν ως σήμερα πολύ σημαντικούς περιορισμούς.

Η ουσία γρήγορα διέρρευσε στο ευρύ κοινό, γεγονός το οποίο οδήγησε σε έρευνες από την αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων.Το 1970 το LSD χαρακτηρίστηκε παράνομο ναρκωτικό χωρίς ιατρική αξία.Οι έρευνες για τις όποιες θεραπευτικές επιδράσεις του σταμάτησαν.

ΤΗΣ CATHERINE DE LANGE | Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010

© 2009 Νew Scientist Μagazine, Reed Βusiness Ιnformation Ltd.

Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=46&ct=33&artId=315593&dt=12%2F09%2F2010