Διευκρινίσεις για έναν από τους πιο κακοποιημένους όρους στο ελληνικό πολιτικό λεξιλόγιο.
Στη μνημειώδη του «Θεωρία της Δικαιοσύνης» ο Τζον Ρολς σημειώνει ότι η πολιτική ανυπακοή είναι πολιτική πράξη, όχι μόνο γιατί επιχειρεί να επηρεάσει την κυβερνώσα πλειοψηφία, αλλά «και γιατί είναι μια πράξη καθοδηγούμενη και δικαιολογούμενη από πολιτικές αρχές, δηλαδή από τις αρχές της δικαιοσύνης που διέπουν το Σύνταγμα και τους θεσμούς της κοινωνίας γενικότερα. Δεν μπορεί κανείς να δικαιολογήσει την πολιτική ανυπακοή επικαλούμενος την προσωπική του ηθική ή θρησκευτικά δόγματα […] και εξυπακούεται ότι η πολιτική ανυπακοή δεν μπορεί να βασίζεται στο συμφέρον μιας ομάδας ή στο ατομικό συμφέρον».
Πρόκειται για θεμελιώδεις εννοιολογικές διακρίσεις, που δυστυχώς φαίνεται να έχουν λησμονηθεί στην τρέχουσα συζήτηση για τη μη πληρωμή διοδίων και εισιτηρίων στα μέσα μεταφοράς, τόσο από τους αγανακτισμένους πρεσβευτές του νόμου και της τάξης, που βάλλουν με οργή κατά των «τζαμπατζήδων», όσο και από τους υποστηρικτές των τελευταίων, που δικαιολογούν την ανυπακοή των μικρών ψαριών εξαιτίας της μόνιμης ατιμωρησίας των μεγάλων.
Ξεκινώντας από τους πρώτους: έχω μεγάλη συμπάθεια φιλοσοφικά στην ανάγκη τήρησης των νόμων σε μια δημοκρατική κοινωνία. Και αυτό γιατί γνωρίζω ότι όσο ατελής κι αν είναι η διαδικασία μέσω της οποίας παράγονται οι νόμοι σε μια τέτοια κοινωνία, οι συνέπειες μιας γενικευμένα επιλεκτικής εφαρμογής τους είναι πολύ χειρότερες από την υπακοή σε άδικες νομοθετικές διατάξεις.
Η Ελλάδα είναι το ιδανικό μέρος για να βιώσει κανείς στο πετσί του την αλήθεια αυτή. Η έλλειψη σεβασμού προς το νόμο μάς μετέτρεψε σε μια χώρα όπου ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού δεν πληρώνει τους φόρους που του αναλογούν, όπου ένα κόμμα με σταθερή παρουσία στη Βουλή διακηρύσσει ευθαρσώς ότι «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», όπου αυθαίρετα κτίσματα ξεφυτρώνουν σε καμένες εκτάσεις σαν μανιτάρια μετά τη βροχή και δεν γκρεμίζονται ποτέ, όπου βουλευτές οι οποίοι κλέβουν δεν πάνε φυλακή και μετανάστες που εργάζονται μέχρι εξάντλησης δεν πληρώνονται. Κοινώς, η επιλεκτική υπακοή μάς χρεοκόπησε, οικονομικά, πολιτικά και ηθικά.
Κίνητρα, πολιτικά και μη
Ωστόσο η ανυπακοή προς συγκεκριμένους, άδικους νόμους και ρυθμίσεις (το ελληνικό Κοινοβούλιο και οι τοπικοί άρχοντες, με την πεπερασμένη και αυστηρά περιορισμένη σοφία τους, έχουν ψηφίσει αρκετούς τέτοιους) μπορεί να έχει ευεργετικό αντίκτυπο στο πολίτευμα και την κοινωνία. Μπορεί να αναδείξει στην πλειοψηφία τα λάθη της και να οδηγήσει στις απαραίτητες αλλαγές, αναβαθμίζοντας διττά την ποιότητα της δημοκρατίας: αφενός μέσω της προώθησης μιας λύσης πιο συμβατής με το κοινό συμφέρον και αφετέρου μέσω της πολιτικής αφύπνισης των ίδιων των διαμαρτυρόμενων πολιτών και του ενεργού ελέγχου εκ μέρους τους της αντιπροσωπευτικής εξουσίας. Ένα χαρακτηριστικό πρόσφατο παράδειγμα είναι η κατάληψη οικοπέδου του ΤΕΕ που προοριζόταν για πάρκινγκ και η μετατροπή του σε πάρκο από κατοίκους των Εξαρχείων, ένα πάρκο που σήμερα σφύζει από πράσινο και ανθρώπους. Η άρνηση καταβολής διοδίων από κατοίκους που διαφορετικά θα αναγκάζονταν να πληρώνουν καθημερινά για να επισκεφθούν δημόσιες υπηρεσίες, να πάνε τα παιδιά τους στο σχολείο ή να πάνε στη δουλειά, αντιστοίχως, μπορεί να γίνει κατανοητή ως μέρος της θετικής παράδοσης της πολιτικής ανυπακοής.
Το πρόβλημα, φυσικά, είναι ότι διόδια δεν πληρώνουν και πολλοί άνθρωποι που δεν πλήττονται αντιστοίχως και που έχουν απλώς το ατομικό κίνητρο του να γλιτώσουν μερικά ευρώ. Και το μεγαλύτερο, αν όχι το συντριπτικό, ποσοστό της ανυπακοής στην Ελλάδα δεν έχει να κάνει με κάποιο οικουμενικό πολιτικό ιδεώδες, αλλά «βασίζεται στο συμφέρον μιας ομάδας ή στο ατομικό συμφέρον».
Είναι λάθος, λοιπόν, και δείγμα αυταρχισμού η πολιτική ανυπακοή να απορρίπτεται a priori. Αλλά, ταυτοχρόνως, έχουμε πολλά να μάθουμε ως πολίτες για το τι σημαίνει και πότε δικαιολογείται.
Μια τελευταία παρατήρηση: ο Ρολς υπογραμμίζει ότι η πολιτική ανυπακοή εκφράζει την ανυπακοή στο νομό εντός (οριακά) των ορίων της πίστης στο νόμο. «Ο νόμος παραβιάζεται, αλλά η πίστη σε αυτόν εκφράζεται μέσω της δημόσιας και μη βίαιης φύσης της πράξης και της διάθεσης αποδοχής των νομικών συνεπειών της συμπεριφοράς μας» τονίζει χαρακτηριστικά. Αυτός είναι άλλος ένας τρόπος που η ελληνική εκδοχή της πολιτικής ανυπακοής απέχει πολύ από το δημοκρατικό ιδεώδες.
Γιάννης Παλαιολόγος