Όπως ελπίζω να έγινε σαφές από τη συζήτηση για τις θεσμικές προϋποθέσεις στο επίπεδο της κοινωνίας, η καθιέρωση μιας πραγματικά δημοκρατικής Παιδείας είναι αδύνατη μέσα στο υπάρχον σύστημα της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς και της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας». Το επόμενο καίριο ζήτημα είναι πώς βλέπουμε τους εκπαιδευτικούς θεσμούς του μέλλοντος και τη φύση της εκπαίδευσης γενικά.

 

Η παιδεία σε μια δημοκρατική κοινωνία θεωρείται ως μέσο για την επίτευξη της ισοκατανομής εξουσίας, παρά, όπως συμβαίνει σήμερα στην ετερόνομη κοινωνία, ως μέσο για τη διατήρηση και την αναπαραγωγή της συγκέντρωσης εξουσίας στα χέρια των προνομιούχων κοινωνικών ομάδων. Αν όμως η παιδεία θεωρηθεί ως μέσο επίτευξης της ισοκατανομής της εξουσίας τότε συμπληρώνει τους θεσμούς της οικονομικής και πολιτικής δημοκρατίας, που στοχεύουν στην ισοκατανομή της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας αντίστοιχα, έτσι ώστε να είναι δυνατή μια αυθεντική αταξική κοινωνία.

 

Όπως ανέφερα στο πρώτο μέρος, η παιδεία σε μια δημοκρατική κοινωνία θα έπρεπε να παίξει το διπλό ρόλο της εκπαίδευσης των πολιτών και της προσωπικής εκπαίδευσης. Φυσικά, οι συγκεκριμένες  μορφές που θα πάρει μια δημοκρατική Παιδεία είναι θέμα που θα αποφασίσουν οι δημοκρατικές συνελεύσεις του μέλλοντος και το μόνο που μπορούμε να κάνουμε εμείς είναι να περιγράψουμε κάποιες προτάσεις που, από την δική μας σκοπιά, θα εκπλήρωναν καλύτερα αυτούς τους δύο θεμελιακούς σκοπούς. Ωστόσο, αυτοί οι δύο στόχοι για το ρόλο της Παιδείας σε μια δημοκρατική κοινωνία έχουν μερικές καθοριστικές συνέπειες στη φύση, στο περιεχόμενο και στη μεθοδολογία της εκπαιδευτικής διαδικασίας, οι οποίες είναι χρήσιμες στη διαμόρφωση κάποιων συγκεκριμένων προτάσεων πάνω στο ζήτημα. Με βάση αυτούς τους στόχους, μπορούμε να προσδιορίσουμε τα ακόλουθα χαρακτηριστικά μιας δημοκρατικής παιδείας: 

  • Δημόσιοι Χώροι στην Εκπαίδευση. Η εκπαιδευτική διαδικασία θα έπρεπε να δημιουργήσει νέους δημόσιους χώρους στους οποίους οι σπουδαστές (οι οποίοι ως ένα συγκεκριμένο όριο ωριμότητας που θα αποφασιστεί από τις δημοτικές συνελεύσεις δε θα μπορούν να είναι μέλη των συνελεύσεων αυτών) θα βιώνουν τη δημοκρατία με το να διαχειρίζονται την εκπαιδευτική διαδικασία, στον βαθμό που τους αφορά. Αυτό σημαίνει τη δημιουργία εκπαιδευτικών συνελεύσεων για κάθε πεδίο σπουδών (γενικές γνώσεις και ειδικά πεδία σπουδών/ εκπαίδευσης), υπό τη γενική καθοδήγηση των δημοτικών συνελεύσεων. Οι σπουδαστές σ’ αυτές τις συνελεύσεις θα αποφασίζουν συλλογικά, σε μια ισότιμη βάση με τους εκπαιδευτές τους, το πρόγραμμα σπουδών, το χώρο και τη μορφή της εκπαίδευσης κ. ο κ.

  • Γενικευμένη, Ενιαία και Δωρεάν Δια Βίου Εκπαίδευση. Αυτό σημαίνει ότι η εκπαιδευτική διαδικασία για όλα τα παιδιά θα ξεκινά σε μια πρώιμη ηλικία (που θα αποφασίζεται ατομικά μέσα σε μια λογική κλίμακα ηλικίας) και θα συνεχίζεται δια βίου. Επιπλέον, είναι μια διαδικασία η οποία κατ’ αρχήν δεν διαχωρίζει τη διανοητική από τη χειρωνακτική εργασία, οι οποίες απολαμβάνουν ένα ίσο κοινωνικό status. Αυτό ωστόσο δε θα έπρεπε να εμποδίζει έναν πολίτη από το να επικεντρώσει την εκπαίδευσή του/ της σε μια συγκεκριμένη περιοχή διανοητικής ή χειρωνακτικής εργασίας σε κάποιο στάδιο της ζωής του/ της, μολονότι όλοι οι πολίτες θα έπρεπε γενικά να είναι ικανοί να κάνουν και τους δύο τύπους εργασίας, ώστε να μπορούν να συμμετέχουν αποτελεσματικά στη συλλογική προσπάθεια για την κάλυψη των βασικών αναγκών της κοινότητας. Ο στόχος, επομένως, θα είναι να παρέχει η εκπαίδευση στους πολίτες αφενός τις γενικές γνώσεις για να κατανοήσουν τον κόσμο και αφετέρου τα γνωστικά εργαλεία για να διεκπεραιώσουν κάθε δραστηριότητα που επιλέγουν να κάνουν σε σχέση με την κάλυψη των βασικών και μη βασικών τους αναγκών.

  • Ατομική και Κοινωνική Αυτονομία. Οι εκπαιδευτικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται και το ίδιο το περιεχόμενο της εκπαίδευσης θα έπρεπε να προωθούν την ελευθερία, με την έννοια της ατομικής και κοινωνικής αυτονομίας, τόσο στην καθημερινή εκπαιδευτική πρακτική όσο και στη γνώση που μεταδίδεται στους σπουδαστές. Όσον αφορά στην πρακτική, αυτό συνεπάγεται την καθιέρωση μη ιεραρχικών σχέσεων στην εκπαίδευση (δες παρακάτω), ενώ όσον αφορά στη μεταδιδόμενη γνώση, αυτό συνεπάγεται μια συστηματική προσπάθεια να δημιουργηθούν ελεύθερα αυτοστοχαστικά άτομα που θα απορρίπτουν οποιαδήποτε δόγματα ή κλειστά συστήματα σκέψης και ιδιαίτερα οποιαδήποτε ανορθολογικά συστήματα αντιλήψεων, δηλαδή συστήματα των οποίων οι κεντρικές ιδέες δεν πηγάζουν από ορθολογικές μεθόδους (δηλ. τον Λόγο και/ την προσφυγή στα εμπειρικά δεδομένα) αλλά από τη διαίσθηση, το ένστικτο, το αίσθημα, την μυστική εμπειρία, την αποκάλυψη κ.τλ. Μ’ αυτή την έννοια, μπορούμε να δούμε την εκπαίδευση ως το κυρίαρχο μέσο για την ανάπτυξη του δημιουργικού και αυτόνομου ατόμου.

  • Μη Ιεραρχικές Σχέσεις. Η παιδεία είναι μια αμφίδρομη διαδικασία, όπου οι σπουδαστές μαθαίνουν από τους εκπαιδευτές και αντίστροφα. Οι εκπαιδευτές δεν απολαμβάνουν κάποιο ιεραρχικό status ως αποτέλεσμα της θέσης τους και επομένως το κύρος τους θεμελιώνεται αποκλειστικά σε προσωρινές διαφορές πάνω στη γνώση. Στη δημοκρατική παιδεία που χαρακτηρίζει μια αυτόνομη κοινωνία, η θεσμισμένη ισοκατανομή εξουσίας στο κοινωνικό επίπεδο αποκλείει οποιαδήποτε ιεραρχική εξουσία, και, επομένως, το μόνο είδος πειθαρχίας που υπάρχει είναι η αυτοπειθαρχία που δημιουργείται από την ελευθερία και τις ίδιες τις δραστηριότητες που, με τη σειρά τους, ενδυναμώνουν τον δημιουργικό αυθορμητισμό του ατόμου. Αυτό, σε αντίθεση με την ιεραρχική εκπαίδευση που χαρακτηρίζει οποιαδήποτε ετερόνομη κοινωνία στην οποία ο εκπαιδευτής επιβάλλει το κύρος του μέσα από τις εξουσιαστικές σχέσεις και την υποχρεωτική πειθαρχία, η οποία δεν αναγνωρίζει το δικαίωμακαι τη δυνατότητα διαφωνίας. Μια συνέπεια του μη ιεραρχικού χαρακτήρα της δημοκρατικής παιδείας είναι ότι οι βαθμοί, τα διπλώματα και τα προσόντα δεν έχουν θέση σ’ αυτήν αφού απλά καλλιεργούν τον ανταγωνισμό και δημιουργούν νέες ιεραρχίες μεταξύ των εκπαιδευόμενων. Το κύρος κάποιου στη δραστηριότητα του/ της επιβεβαιώνεται από τη γνώση του/ της και την πείρα, παρά από τους βαθμούς και τα διπλώματα.

  • Ισορροπία μεταξύ επιστήμης και αισθητικής ευαισθησίας. Οι σπουδαστές θα πρέπει να ενθαρρυνθούν σε όλα τα πεδία σπουδών και ιδιαίτερα στο πεδίο των γενικών γνώσεων να εκτιμούν όλες τις μορφές τέχνης και να αναμιγνύονται ενεργά στην πρακτική της δημιουργικής τέχνης, έτσι ώστε να είναι δυνατή η επίτευξη μιας πραγματικής ισορροπίας μεταξύ των επιστημονικών/ πρακτικών γνώσεων από τη μια μεριά και της αισθητικής ευαισθησίας/ δημιουργικότητας από την άλλη—πράγμα που αποτελεί ένα κρίσιμο βήμα στην ανάπτυξη ισορροπημένων προσωπικοτήτων.

    ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

    ολόκληρο το άρθρο