Με την επίκληση μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης στη χώρα για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, καταλύονται πολύχρονες ατομικές ελευθερίες πίσω από ένα επίχρισμα νομιμότητας. Με το εκβιαστικό δίλημμα ή αποδέχεστε τη δανειακή σύμβαση και τα μέτρα της τρόικας ή χρεοκοπούμε, η σωτηρία της χώρας ταυτίζεται με τη σωτηρία των τραπεζών και όχι του λαού της.
Τι είναι αυτό όμως που εμποδίζει το λαό να απαλλαγεί από το σάπιο αυτό σύστημα με τους κυβερνώντες του και ποια θα είναι η εναλλακτική λύση για την ανασυγκρότηση της κοινωνίας σε νέες υγιείς βάσεις; Είναι ερωτήματα που καθημερινά μας βασανίζουν. Κυρίαρχος είναι αυτός που αποφασίζει για την επιβολή κατάστασης έκτακτης ανάγκης και ξέρει να την διαχειρίζεται ή πρέπει να είναι ο ίδιος ο λαός που θα αποφασίζει μόνος του για τη ζωή του χωρίς να αποφασίζουν άλλοι αντί γι’ αυτόν; Πώς όμως, ο λαός θα γίνει κυρίαρχος δηλαδή θα εκφράσει και θα ασκήσει τη βούλησή του νομοθετώντας και κυβερνώντας;
Η έννοια της γενικής βούλησης, δηλαδή της βούλησης του λαού, δηλώνει το γενικό συμφέρον της κοινωνίας σαν όλο. Κυρίαρχος ορίζεται όλο το πολιτικό σώμα, δηλαδή όλος ο λαός, ο οποίος δεν μπορεί να αντιπροσωπευθεί σαν συλλογική οντότητα από κανένα άτομο, ή ομάδα στην άσκηση της εξουσίας. Η κυριαρχία είναι αδιαίρετη και δεν μπορεί να αντιπροσωπευθεί για τον ίδιο λόγο που δεν μπορεί να απαλλοτριωθεί. Παρόλο που δεν είναι πάντα σωστό ό,τι πιστεύει ο λαός, η βούλησή του έχει μεγαλύτερη εγγύηση να εκφράσει το κοινό συμφέρον από οποιαδήποτε άλλη ατομική ή ομαδική βούληση. Ακόμα κι αν πάρει μια λάθος απόφαση είναι ο μόνος υπεύθυνος, κατάλληλος και ικανός για να τη διορθώσει.
Για να εκφραστεί όμως σωστά η γενική βούληση είναι σημαντικό να μην υπάρχει συλλογικό πάθος, να μην κυριαρχούν τα ζωώδη ένστικτα απέναντι στη λογική, καθώς και ο κάθε πολίτης να αναπτύσσει και να εκφράζει ελεύθερα τη γνώμη του. Αλλά πάνω απ’ όλα, θα μπορέσει να εκφραστεί μόνο όταν τα ατομικά δικαιώματα είναι απόλυτα σεβαστά. Τα ατομικά δικαιώματα είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα που με αυτά γεννιέται ο άνθρωπος σε μια κοινωνία και δεν πρέπει να είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης των πολιτών με το κράτος, όπως δυστυχώς γίνεται μέχρι σήμερα. Τα αντιπροσωπευτικά κοινοβουλευτικά συστήματα που κατοχύρωσαν νομικά τα δικαιώματα αυτά εδώ και αιώνες, σαν αποτέλεσμα τεράστιων κοινωνικών αγώνων, δεν χρήζονται γι’ αυτό το λόγο δημοκρατικά πολιτεύματα. Το δικαίωμα στη ζωή, στην ελεύθερη έκφραση, το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και η πρόσβαση σε όλους στα κοινωνικά αγαθά δεν είναι δημοκρατικά αλλά ανθρώπινα δικαιώματα που είναι αυτονόητα μόνο στην άμεση δημοκρατία.
Στην αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία, όπου για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας λειτούργησε η άμεση δημοκρατία, η ατομική ελευθερία ήταν πραγματικότητα και όχι νομική κατοχύρωση. Δεν ήταν προνόμιο ή κατάκτηση, αλλά αυτονόητο γεγονός, από τη στιγμή που όλοι οι πολίτες νομοθετούσαν και κυβερνούσαν ταυτόχρονα. Η ατομικότητα και η μοναδικότητα του ανθρώπου μπορεί να υπάρξει και να είναι σεβαστή μόνο σε μια κοινωνία που λειτουργεί μέσα από την αυτοθέσμισή της, όπου ο άνθρωπος θα είναι ενεργός πολίτης και όχι άτομο. Όταν η βούληση του λαού δεν κυριαρχεί, τότε τα άτομα είναι ισοπεδωμένα και έτσι χρειάζονται νομικούς θεσμούς για να κατοχυρωθούν τα ατομικά τους δικαιώματα. Βασική αρχή της δημοκρατίας είναι η ελευθερία, που σημαίνει ισότιμη και πραγματική συμμετοχή και εναλλαγή όλων των πολιτών στην εξουσία και όχι των κομμάτων.
Η διαχείριση των δημόσιων προβλημάτων γίνεται από μια μειοψηφία που κυβερνά, μια ολιγαρχία. Η κοινωνία χωρίζεται σ’ αυτούς που κυβερνούν κι αυτούς που κυβερνώνται, κι αυτό αιώνες τώρα, επειδή είναι μια πραγματικότητα, θεωρείται λογικό κι αναγκαίο κι έτσι με τη συνήθεια της σκέψης, το γεγονός αυτό φαίνεται δύσκολο να αλλάξει. Είναι πιο δύσκολο να ξεμάθουμε και να αρνηθούμε αυτή την αντίληψη, από το να μάθουμε σε μια νέα αντίληψη της αυτοκυβέρνησης χωρίς τη μεσολάβηση αντιπροσώπων.
Η δημοκρατία δεν επιβάλλεται από τα έξω γιατί είναι λειτουργία αυτοθέσμισης της κοινωνίας. Οι εκλογές αντιπροσώπων κάθε τέσσερα χρόνια στη βουλή δίνουν την αυταπάτη στο λαό ότι αυτός κυβερνά. Πώς μπορεί όμως ένας βουλευτής που ψηφίζει νόμους και παίρνει καθημερινά μέτρα που αφορούν τις ζωές μας να ξέρει τι θέλει, τι σκέπτεται και τι ανάγκες έχει ανά πάσα στιγμή ο καθένας από μας;
Η εξουσία της ολιγαρχίας που κυβερνά ασκείται δια μέσου των κομμάτων και το κόμμα που πλειοψηφεί στις εκλογές γίνεται ο κύριος διαχειριστής της εξουσίας. Το κόμμα έχει την έννοια του τμήματος, γι’ αυτό εκφράζει το μέρος ενός όλου, δηλαδή ενός μέρους της κοινωνίας, τα συμφέροντα μιας ομάδας της, είτε αυτή βρίσκεται στην εξουσία είτε όχι. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να εκφράσει τα συμφέροντα της κοινωνίας σαν όλο.
Το κοινοβουλευτικό σύστημα εγκαθιδρύθηκε στην Ευρώπη μετά την αγγλική επανάσταση του 1688, εκπροσωπώντας τα συμφέροντα της ανερχόμενης αστικής τάξης. Στην αρχή, τα κόμματα λειτουργούσαν σαν ομάδες ελεύθερων ομοϊδεατών, οι λεγόμενες λέσχες, αλλά ιδιαίτερα με την γαλλική επανάσταση, κάτω από την πίεση του πολέμου και της περιόδου της τρομοκρατίας, μετατράπηκαν σε ολοκληρωτικά κόμματα.
Η έκφραση της γενικής βούλησης δεν μπορεί να γίνει μέσα από την εκλογή αντιπροσώπων. Οι αντιπρόσωποι δεν μπορούν να γίνουν όργανα έκφρασης της δημόσιας σκέψης. Η εκχώρηση της εξουσίας του καθενός από μας στα κόμματα μέσω των αντιπροσώπων είναι εκχώρηση της θέλησής μας, της σκέψης μας, της συνείδησής μας σε άλλους, τη στιγμή μάλιστα που η εκχώρηση αυτή δεν είναι ούτε καν στιγμιαία, αλλά συνεχής.
Ένα κόμμα χρειάζεται εξουσία για να αναπτύξει την κυριαρχία του πάνω στην κοινωνία και γι’ αυτό ασκεί έλεγχο και εξουσία στη σκέψη των μελών του μέσα από την προπαγάνδα. Δημιουργεί συλλογικό πάθος με το φανατισμό, που τροφοδοτείται από την πίστη σε αλάθητες αρχές που εκφράζονται στο πρόγραμμά του. Ισχυριζόμενο ότι η αναγκαιότητα ύπαρξής του είναι αλληλένδετη με το δημόσιο συμφέρον, ταυτίζει τη δημοκρατία με την ύπαρξή τους. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη απάτη. Εξαρτούν την ύπαρξη της δημοκρατίας από τη δική τους ύπαρξη.
Ακολουθώντας κάποιος ένα κόμμα, πιστεύοντας ότι αντιπροσωπεύει το κοινό συμφέρον, αποδέχεται σαν δόγμα τις ασαφείς ή συγκεκριμένες αρχές του. Έτσι αποδεχόμενος ότι αυτές αποτελούν αυτονόητες αλήθειες, τις υιοθετεί άκριτα χωρίς να επιτρέπεται να τις αμφισβητήσει. Η έκφραση κάθε ατομικής σκέψης για το αν κάτι είναι δίκαιο ή άδικο θεωρείται «προσωπική άποψη» που δεν μπορεί να έχει την ίδια βαρύτητα με τις αλήθειες του κόμματος. Η αλήθεια όμως δεν μπορεί να είναι εκ των προτέρων γνωστή, αλλά γίνεται γνωστή μέσα από τη δυσπιστία και την επιθυμία μας να την γνωρίσουμε, χωρίς να βάζουμε ταμπέλες και σχήματα του παρελθόντος.
Η έλλειψη κριτικής σκέψης έχει έτσι σαν αποτέλεσμα την υποδούλωση σε κάθε κυρίαρχη θεωρία και συνεπώς στο ψέμα. Αυτή η θεωρία γίνεται αξίωμα και απαιτεί να αποδεικνύεται ανά πάσα στιγμή μέσα από την κατασκευή επιχειρημάτων που θα την στηρίξουν, στραγγαλίζοντας έτσι τη ζωντανή πραγματικότητα και εμποδίζοντας να εμφανιστούν καινούργιες ιδέες και αρχές. Κάθε διαφορετική άποψη που έρχεται σε αντίθεση με το δόγμα είναι απειλή και γι’ αυτό πρέπει να εξαφανιστεί.
Η κυριαρχία μιας οργανωμένης μειοψηφίας, όπως είναι ένα κόμμα, πάνω σε μια ανοργάνωτη πλειοψηφία, όπως είναι η κοινωνία, είναι αναπόφευκτη. Κάθε μεμονωμένο άτομο της πλειοψηφίας, που αντιμετωπίζει από μόνο του την ολότητα της οργανωμένης μειοψηφίας, βρίσκεται σε μειονεκτική θέση. Εκ των πραγμάτων, είναι καταδικασμένο να νικηθεί γιατί είναι αδύνατο να αντιπαρατεθεί το άτομο στην οργάνωση μιας μειοψηφίας. Δημιουργείται τότε η ανάγκη να καθοδηγείται το άτομο από μια ελίτ ή έναν αρχηγό. Η συλλογική σκέψη κυριαρχεί έτσι στο άτομο. Γίνεται ανίκανη να υψωθεί πάνω από τα εμπειρικά γεγονότα, γι’ αυτό και γίνεται φορέας ενός δόγματος. Δέχεται χωρίς ανάλυση τα γεγονότα αυτά, που ήδη έχουν κατά μεγάλο μέρος επιλεκτικά φιλτραριστεί και διαστρεβλωθεί, με τη βοήθεια των μηχανισμών που ελέγχει η άρχουσα ολιγαρχία, όπως είναι το κράτος, τα κόμματα και τα ΜΜΕ. Μένοντας σ’ αυτά, κυριαρχείται απ’ αυτά και δεν ανακαλεί την ιστορική μνήμη που είναι αναγκαία για να πάρει τις σωστές αποφάσεις για την πράξη, καθόσον η λογική είναι προϊόν φυσικής λειτουργίας της σκέψης του ατόμου, που συντελείται όχι αυτόματα, βέβαια, αλλά μόνο όταν υπάρχει η βούληση για την αλήθεια.
Όταν μιλάμε για σκέψη, λοιπόν, πρέπει να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα στη μεταφυσική και τη διαλεκτική σκέψη. Η μεταφυσική είναι αυτή που ανέκαθεν, όπως και σήμερα, λειτουργεί με δόγματα που δεν έχουν σχέση με την αλήθεια και τις ανάγκες της, αλλά εξυπηρετεί πάντα το ψέμα και την κυρίαρχη τάξη. Η διαλεκτική σκέψη από την άλλη, ξεκινώντας από το τώρα και από το άγνωστο, ανακαλύπτει και αναλύει τις αλληλοσυνδέσεις των γεγονότων, χωρίς να προβάλλει αυτά που ήξερε από πριν πάνω σ’ αυτά τα γεγονότα, δηλαδή συνθέτει το ιστορικό με το λογικό.
Σήμερα, πιεζόμενοι από τα προβλήματα της καθημερινότητας, αναζητούμε λύσεις εδώ και τώρα, στα επιμέρους πρακτικά ζητήματα που μας καίνε, πέφτοντας, όμως, αρκετές φορές στην παγίδα να πρέπει να παίρνουμε θέση υπέρ ή κατά κάθε άποψης ή ερωτήματος που μας εμφανίζεται. Αυτή η λογική στραγγαλίζει τη διαδικασία της σκέψης και μας αναγκάζει να απαντούμε βιαστικά, χρησιμοποιώντας τις έτοιμες ιδέες μας χωρίς να δίνουμε τη δυνατότητα και το χρόνο στην επεξεργασία των σκέψεών μας. Ο σκοπός δεν είναι να πείσουμε για τις σωστές μας ιδέες τους άλλους, αλλά μας ενδιαφέρει για το κάθε πρόβλημα να σκεφτεί ο καθένας ανεξάρτητα από τον άλλο. Το αν οι ιδέες μας συμπέσουν είναι αρκετά σημαντικό, αλλά αυτό πρέπει να είναι το αποτέλεσμα μόνο της ανεξάρτητης σκέψης του καθενός. Η πηγή σκέψης είναι η ίδια για όλους, αρκεί να αφεθεί σε όλους να πλημμυρίσει το μυαλό μας και έτσι η λογική να αρχίσει να δουλεύει για να βρει λύσεις και να κουράζεται απ’ αυτή τη λειτουργία. Όπως δεν μπορεί κάποιος να τρώει για μας για να ζήσουμε, έτσι κανείς δεν μπορεί να σκέφτεται για μας, και κατά συνέπεια δεν μπορούμε να έχουμε την απαίτηση να σκέφτονται άλλοι για να προτείνουν λύσεις στα προβλήματα που μας αφορούν.
Έτοιμες λύσεις για τα σημερινά προβλήματα δεν μπορεί να υπάρξουν. Είναι φύσει αδύνατο να υπάρξουν. Οι άνθρωποι προσπαθώντας να βρουν λύσεις στα προβλήματα, ψάχνουν να τις βρουν έτοιμες κι έτσι, όπως έχουν μάθει, απευθύνονται σε άλλους για να τους κάνουν αυτή τη δουλειά. Και επειδή οι άλλοι είτε κόμματα, είτε ινστρούχτορες δεν διαθέτουν λύσεις παρά αφηρημένα δόγματα, κατασκευάζουν το ψέμα που πηγάζει από τα συμφέροντά τους.
Το ψέμα είναι ο σύμμαχος του ολοκληρωτισμού. Για να συνεχίσει το σάπιο αυτό πολιτικό σύστημα να κυβερνά χρειάζεται το ψέμα. Μόνο με την πληροφόρηση της αλήθειας για το τι συμβαίνει γύρω μας και γιατί, μπορούμε να πάρουμε σωστές αποφάσεις.
Το καλοκαίρι του 2011, σαν αποτέλεσμα της αντίδρασης του ελληνικού λαού στην εγκληματική πολιτική της κυβέρνησης και της τρόικας, δημιουργήθηκε για πρώτη φορά σε αντίθεση με τα υπάρχοντα κόμματα, ένα κίνημα αυτοοργανωμένο που είχε ως σπέρμα την άμεση δημοκρατία. Εκατοντάδες χιλιάδες λαού απεγκλωβίστηκαν από τα μπλογκς των κομμάτων και των συνδικαλιστικών ηγεσιών, περνώντας για βδομάδες από τις πλατείες όλης της χώρας, πολλοί απ’ αυτούς πήραν μέρος στις λαϊκές συνελεύσεις, συζητώντας και προβληματιζόμενοι για το μέλλον τους, έχοντας φυσικά ο καθένας διαφορετικές αντιλήψεις. Η απαίτηση του λαού να τελειώνει με αυτό το σάπιο σύστημα, αλλά ταυτόχρονα και η αντίθεσή του με την κομματοκρατία, αποτέλεσε ένα τεράστιο ποιοτικό άλμα που σημάδεψε το πολιτικό σκηνικό.
Αυτή η καμπή ήταν φυσικό να προκαλέσει την αντίδραση της κυβέρνησης, που χρησιμοποίησε μια απίστευτη κρατική βία για να καταστείλει τις ειρηνικές διαδηλώσεις, αλλά και των κομμάτων που είδαν μια πραγματική απειλή για την ύπαρξη και τη διαιώνισή τους. Έτσι έγινε μια τεράστια καμπάνια δυσφήμισης της άμεσης δημοκρατίας. Υπήρξαν πιέσεις στο κίνημα αυτό απαιτώντας να έχει έτοιμες ιδέες και διαμορφωμένες θέσεις. Εμφανίστηκαν ομάδες με κομματικές επιρροές, που μιλώντας σαν ειδήμονες και εκπρόσωποι της άμεσης δημοκρατίας λειτουργούσαν οι ίδιες σαν κόμμα. Άλλοι πάλι έρχονταν στις συνελεύσεις των πλατειών σαν κομματικά μέλη κρυφά, κι έτσι αυτοαναιρούμενοι, δημιουργούσαν σύγχυση. Μια μερίδα ανθρώπων έβλεπε μια τάση εξόδου από τα κόμματά τους. Αλλά υπήρξε κι ένα μέρος που ερχόταν για να κάνει συνειδητά ζημιά. Δημιουργήθηκαν επίσης ομάδες που ανεξαρτητοποιήθηκαν από τα υπάρχοντα κόμματα, αλλά συγχρόνως συνέχιζαν να λειτουργούν σαν κόμματα, θέτοντας σαν προϋπόθεση ενότητας την συμφωνία σε μια μίνιμουμ πλατφόρμα πολιτικών αιτημάτων.
Η απαξίωση του πολιτικού και κομματικού συστήματος είναι δεδομένη και δεν μπορεί να ξαναγυρίσουμε σε προηγούμενη κατάσταση. Η ρήξη όμως θα γίνει μόνο όταν συνειδητοποιήσουμε ότι πρέπει να απορρίψουμε την αντιπροσώπευση που είναι ο τρόπος λειτουργίας αυτού του συστήματος. Ο άνθρωπος δεν έχει μάθει να σκέφτεται και να αποφασίζει για τον εαυτό του κι έτσι εναποθέτει σε άλλους την τύχη του. Όταν βρίσκεται σε δύσκολη θέση πισωγυρίζει, αρνούμενος να σκεφτεί ο ίδιος και απαιτεί να σκέφτονται άλλοι αντί γι’ αυτόν. Έχει μάθει ότι άλλοι πρέπει να κάνουν αυτά που τον αφορούν και όταν αυτοί τον εξαπατούν τότε θυμώνει μαζί τους, απειλώντας τους ότι θα βρει άλλους καλύτερους για να τον αντιπροσωπεύσουν. Αν το κίνημα της άμεσης δημοκρατίας δεν αναπτυχθεί, ο κόσμος θα συνεχίσει να ψάχνει να βρει άλλους για να του δώσουν διέξοδο.
Ακόμα κι αν αναγκαστεί να αφήσει πίσω του τα κόμματα που αμφισβητεί, δηλώνοντας ότι δεν τους έχει εμπιστοσύνη, ότι τα έχει απορρίψει, ότι δεν εναποθέτει τις ελπίδες του πάνω σ’ αυτά, θα συνεχίσει να ψάχνει λύσεις κάπου αλλού, έξω από τον εαυτό του. Αυτό είναι επικίνδυνο πισωγύρισμα, τη στιγμή που το πολιτικό σύστημα καταρρέει.
Η υπόθεση της άμεσης δημοκρατίας πράγματι είναι πρωτόγνωρο, αλλά και δύσκολο ζήτημα. Η δυσαρέσκεια του λαού δεν είναι αρκετή ώστε να οδηγηθεί ο ίδιος στην εξουσία. Ακόμα κι αν κατορθώσει να ανατρέψει μια άρχουσα ολιγαρχία, τότε αναπόφευκτα, αν δεν πάρει ο ίδιος την εξουσία στη βάση της άμεσης δημοκρατίας, τότε θα βρεθεί μια άλλη οργανωμένη μειοψηφία για να ασκήσει τις λειτουργίες της ολιγαρχίας. Την εξουσία θα την πάρουν ομάδες από κόμματα ή από κρατικούς θύλακες, οι οποίοι αν δεν ξέρουμε εμείς τι να κάνουμε, τότε θα βρεθούν αυτοί για να την σφετεριστούν μια που αυτοί ξέρουν πολύ καλά τι θα κάνουν. Μια καινούργια τάξη μαφιόζων θα φτιάξει μια άλλη ζούγκλα. Εδώ θα πρέπει να επισημάνουμε τις ευθύνες που έχει ο λαός πάνω σ’ αυτό. Ή θα έχουμε άμεση δημοκρατία ή αυταρχικά καθεστώτα.
Οι ηγετικές φυσιογνωμίες μέσα στην κοινωνία δεν θα πάψουν να υπάρχουν. Άνθρωποι που έχουν σκέψεις πρωτοπόρες, με δυνατότητες να βοηθήσουν το κοινωνικό σύνολο είναι δεδομένο ότι υπάρχουν, αλλά δεν μπορούν να δημιουργήσουν κάτω από τις σημερινές συνθήκες. Η δυνατότητα έκφρασής τους δεν σημαίνει όμως ότι μπορούν να αντικαταστήσουν τη βούληση των πολιτών. Οι προτάσεις που θα γίνονται απ’ αυτούς, θα πρέπει να μπαίνουν σε ψηφοφορία και έτσι να βοηθούν στο να παίρνει η πλειοψηφία των πολιτών ορθότερες αποφάσεις. Δεν χρειαζόμαστε ηγέτες με το εγώ τους πάνω από την κοινωνία, που θα εμφανίζονται σαν ειδήμονες, γιατί η πολιτική δεν είναι η τέχνη των ειδικών. Είναι άλλο πράγμα η εκλογή των καλύτερων που θα υλοποιούν αποφάσεις και οι οποίοι θα είναι ανά πάσα στιγμή ανακλητοί κι άλλο πράγμα η εκλογή αντιπροσώπων που θα παίρνουν αποφάσεις οι ίδιοι στο όνομα των πολιτών.
Η άμεση δημοκρατία και η οργάνωση της οικονομίας είναι απόλυτα συνδεδεμένα ζητήματα. Το ότι ο λαός πρέπει να απαλλαγεί σήμερα από το βραχνά του χρέους, που έχει φορτωθεί χωρίς τη δική του ευθύνη και συγκατάθεση για να μπορέσει να επιζήσει, είναι δεδομένο. Η οικονομική ανισότητα που απασχολεί σήμερα την κοινωνία απασχόλησε και τους αρχαίους Έλληνες στην αθηναϊκή δημοκρατία από τον 6ο αιώνα με τον Σόλωνα. Ο Σόλων με την σεισάχθεια διέγραψε τα χρέη των φτωχών αγροτών που έγιναν δούλοι υποθηκεύοντας τα σώματά τους έναντι των χρεών τους στους πλούσιους γαιοκτήμονες. Μέσα από το θεσμό της άμεσης δημοκρατίας ψήφισαν τον περιορισμό της οικονομικής ανισότητας επιβάλλοντας όρους στους πλούσιους.
Δεν είναι λοιπόν προϋπόθεση η αλλαγή των οικονομικών δομών του πολιτικού συστήματος για να υπάρξει άμεση δημοκρατία, αλλά είναι η άμεση δημοκρατία αυτή που θα καθορίσει ποιες θα είναι οι παραγωγικές σχέσεις και το μοντέλο της οικονομίας, σύμφωνα με το συμφέρον της πλειοψηφίας των πολιτών και όχι της ολιγαρχίας που είναι η συντριπτική μειοψηφία. Η κατανομή του πλούτου, ο έλεγχος και η διαχείριση του χρήματος καθώς και η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος πρέπει να γίνεται από το λαό γιατί χωρίς δημοκρατία το χρήμα γίνεται θανάσιμο εργαλείο σε βάρος όλης της κοινωνίας.
Φυσικά και όταν μιλάμε για άμεση δημοκρατία σκεφτόμαστε διάφορα οικονομικά μοντέλα που θα θέλαμε να υλοποιηθούν. Άλλωστε με τι θα ασχοληθούμε στην άμεση δημοκρατία, με το τι δέντρα θα δεντροφυτεύουμε ή θα συζητάμε για το πρωτεύον που είναι η οικονομία; Το ζήτημα του τρόπου παραγωγής και της συλλογικής διαχείρισής του αφορά όλη την κοινωνία και όχι μόνο μια τάξη, είτε αυτή είναι η αστική είτε η εργατική είτε τα μεσαία στρώματα. Πολλοί έχουν σκέψεις πάνω στην οικονομία και θα πρέπει να παρουσιαστούν δημόσια προτάσεις για ένα νέο οικονομικό μοντέλο. Αυτές όμως οι προτάσεις θα πρέπει να ψηφιστούν από όλο το λαό που θα έχει και ο ίδιος τη δυνατότητα να αλλάξει ανά πάσα στιγμή τις αποφάσεις του, αν θεωρήσει ότι κάποια στιγμή πήρε μια λάθος απόφαση.
Η δημοκρατία είναι μια αναγκαιότητα που πηγάζει από την ανθρώπινη ανάγκη για επιβίωση και ελευθερία, αλλά το αν θα πραγματοποιηθεί εξαρτάται απόλυτα από τη θέληση των ανθρώπων να αλλάξουν και τον μέχρι τώρα τρόπο της σκέψης τους.
ΟΜΑΔΑ ΠΟΛΙΤΩΝ ΗΛΙΟΥΠΟΛΗΣ