Δεν είναι η πρώτη φορά που γράφουμε για την τεράστια και πολύ γόνιμη εκείνη παράδοση που ισχυρίζεται πως η εκάστοτε πολιτική μιας κοινωνίας μπορεί πάντα να ελεγχθεί χωρίς βία. Οι θεωρητικοί αυτής της άποψης (Γκάντι, Θορώ, Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, Τολστόι) υποστηρίζουν πως τα ειρηνικά, μη βίαια μέσα είναι παραπάνω από αρκετά. Αργότερα, η άποψη αυτή έγινε αντικείμενο επεξεργασίας από νεώτερους ερευνητές και αγωνιστές για τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ειρήνη, τον αντιρατσισμό, την οικολογία, οι οποίοι ανέσυραν από τη λήθη πλήθος ιστορικών παραδειγμάτων που επιβεβαίωνε την παραπάνω άποψη και τα κατέγραψαν. Το 1973, ο Gene Sharp στο τρίτομο έργο του “Η πολιτική τής μη βίαιης δράσης”, προσπαθώντας να αναλύσει τους μηχανισμούς εκείνους μέσα από τους οποίους η μη βίαιη κοινωνική άμυνα των πολιτών θα μπορούσε να δαμάσει την πολιτική και στρατιωτική δύναμη εισβολέων ή εγχώριου καταπιεστικού καθεστώτος, κατέληξε στο συμπέρασμα πως για να κυβερνήσει κάποια ομάδα, χρειάζεται αν όχι την ενεργητική συμμετοχή, τουλάχιστον τη συναίνεση του πληθυσμού. Για το λόγο ακριβώς αυτό, ένα καθεστώς μπορεί να καταρρεύσει μέσα από μια εκστρατεία άρνησης συνεργασίας (με αυτό) και πολιτικής ανυπακοής (σ’ αυτό) τών πολιτών.

  Πού όμως θα έπρεπε να στοχεύει μια τέτοια εκστρατεία; Ποια είναι τα ερείσματα εκείνα (θεσμοί, άνθρωποι και νοοτροπίες) τα οποία υποβαστάζουν έναν πολιτικό σχηματισμό; Ο Sharp κατέληξε πως οι πηγές τής πολιτικής εξουσίας είναι οι εξής πέντε:  

  1. Η νομιμότητα που απολαμβάνει η πολιτική εξουσία και ορίζεται σαν “το δικαίωμα να διατάζει κάποιος και να υπακούεται από κάποιους άλλους”.  
  2. Το ανθρώπινο δυναμικό που ελέγχει η πολιτική εξουσία μαζί με τις δεξιότητες, τις γνώσεις και τις ικανότητες που το δυναμικό αυτό κατέχει.  
  3. Ψυχολογικοί και ιδεολογικοί παράγοντες, όπως συνήθειες, στάσεις, ιδεολογίες, αξίες, ιδανικά κ.τ.λ. που χαρακτηρίζουν τις διάφορες κοινωνίες.  
  4. Υλικοί πόροι (φυσικοί πόροι, οικονομικοί πόροι, μέσα επικοινωνίας και μεταφοράς).  
  5. Η δυνατότητα επιβολής κυρώσεων από τη μεριά τής εξουσίας.  


Ο Sharp διατείνεται πως ένα κίνημα που ενσυνείδητα προσπαθεί να αλλάξει τους συσχετισμόυς στις πέντε προηγούμενες πηγές εξουσίας, μπορεί να προκαλέσει την πολιτική ήττα ενός καθεστώτος, χωρίς να μεταχειριστεί καθόλου ένοπλη βία (στρατιωτικές συγκρούσεις, πράξεις τρομοκρατίας, πολιτικές δολοφονίες ταξικού ή εθνικοαπελευθερωτικού χαρακτήρα). Εννοείται πως επειδή όλες οι προηγούμενες πηγές διαμεσολαβούνται από ανθρώπους, κεντρική σημασία στην προσπάθεια της μη βίαιης κοινωνικής άμυνας έχει το να “κερδίσει” ο αντιστεκόμενος σχηματισμός “τις καρδιές” αυτών που στελεχώνουν τους θεσμούς πάνω στους οποίους στηρίζεται η εξουσία.
Εδώ έχει τεράστια σημασία, η ατμόσφαιρα μη πόλωσης, ανοιχτού δημοκρατικού διαλόγου, η επίδειξη ηθικής δύναμης και η ασταμάτητη προσπάθεια των αντιστεκόμενων να δείξουν όσο πειστικότερα γίνεται πως δεν προτίθενται να χρησιμοποιήσουν βία. Τέτοιου είδους “κλίμα” βοηθάει συνήθως την ουσιαστική συζήτηση και δε δίνει λαβές στον οποιονδήποτε καταπιεστικό μηχανισμό να καταφύγει στις προσφιλείς μεθόδους ωμής βίας (ίσως και κάτι παραπάνω: προκαλεί αμηχανία στους ανθρώπους των μηχανισμών αυτών που δεν ξέρουν πώς να αντιμετωπίσουν μη βίαιους τρόπους αντίστασης).
  Η συνηθισμένη κατάληξη αυτού του είδους τού “άοπλου πολέμου” είναι η μαζική ανατροπή των συνειδήσεων που μέχρι πριν από λίγο υποστήριζαν έναν καταπιεστικό μηχανισμό. Η δραματική αυτή αλλαγή συσχετισμών, στερεί το μηχανισμό αυτό από ένα μεγάλο μέρος τής δύναμής του που εδράζεται στο ανθρώπινο δυναμικό που τον υπακούει με αποτέλεσμα την παράλυση, την κατάρρευση ή τη δυσλειτουργία του. Αυτό είναι και το μεγάλο πλεονέκτημα της μη βίαιης κοινωνικής άμυνας σε σχέση με τις παραδοσιακές (ένοπλης συνήθως έμπνευσης) τακτικές αμφισβήτησης της εξουσίας: η έλλειψη βίας επιτρέπει στις συνειδήσεις να αποφασίσουν, σχετικά ανεπηρέαστες από το φόβο.  
Περιοδικό “Αρνούμαι”,
τεύχος 11, Οκτώβριος 1997.