Πριν από ένα χρόνο, στο πλαίσιο του διετούς ερευνητικού προγράμματος με τίτλο «Διερεύνηση ανάπτυξης ευκαιριών στροφής των καπνοπαραγωγών προς άλλες απασχολήσεις», το Ινστιτούτο Γεωργοοικονομικών και Κοινωνιολογικών Ερευνών κάλεσε τους εκπροσώπους των νομών Αιτωλοακαρνανίας, Αργολίδας, Βοιωτίας, Κορινθίας και Φθιώτιδας και τους ενημέρωσε για νέους δυναμικούς κλάδους που θα πρέπει να ακολουθήσουν για να κόψουν…τον καπνό.
Αγκινάρες, αραβόσιτος, φράουλες, σπαράγγια, ρίγανη, μηδική – το κυριότερο κτηνοτροφικό φυτό της χώρας μας, καλλιεργείται για την παραγωγή σανού. «Θα αυξήσετε τα κέρδη, είναι είδη που προσαρμόζονται στις εδαφοκλιματικές συνθήκες και αξιοποιούν το διαθέσιμο εργατικό δυναμικό».
Το ίδιο Ινστιτούτο μεταξύ άλλων προτείνει στους παραγωγούς επιχειρηματικής μορφής βοοτροφία στην περιοχή Χωρύγι (Νομός Κιλκίς), εκτροφή βουβαλιών στην Κερκίνη (Νομός Σερρών) και καλλιέργειες: κερασιού στο χωριό Αγίασμα (Νομός Ροδόπης), ροδιάς (Νομούς Πέλλας, Ροδόπης, Ξάνθης), κηπευτικών στη Ροδόπολη (Νομός Σερρών), βιολογικό καπνό στα Πομακοχώρια (Νομός Ξάνθης), «καφέ» βαμβακιού στο χωριό Μεγάλο Κρανοβούνιο (Νομός Ροδόπης), βιομηχανικού σπανακιού στην περιοχή των Γιαννιτσών (Νομός Πέλλας), αρωματικών φυτών -μελισσόχορτο, φασκομηλιά, μέντα, κόκκινο τριφύλλι, εχινάτσια, γαϊδουράγκαθο, δενδρολίβανο και βασιλικός- (Νομός Αιτωλοακαρνανίας), απόσταξη και εμπορία ριγανέλαιου στην Κρηστώνη (Νομός Κιλκίς), καλλιέργεια σπιρουλίνας -είναι ένα μικρό σε μήκος φύκι, πολυβιταμινούχο, που ονομάζεται και «τροφή των αστροναυτών» λόγω της υψηλής του περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη- στη Νιγρίτα (Νομός Σερρών), μανιταριών στο Γαλλικό (Νομός Κιλκίς).
Ενα σωρό αγροτικά προϊόντα της ελληνικής γης βγαίνουν από την αφάνεια, καλλιεργούνται, προωθούνται στις αγορές και αρχίζουν να αποφέρουν αποτελέσματα.
* Ο κρόκος Κοζάνης, το χρυσάφι της ελληνικής γης όπως αποκαλείται, συγκαταλέγεται στα πιο προσφιλή και πολύτιμα μπαχαρικά των αρχαίων πολιτισμών, για το άρωμα, το χρώμα, τις φαρμακευτικές και αφροδισιακές του ιδιότητες. Ο Συνεταιρισμός Κροκοπαραγωγών Κοζάνης ιδρύθηκε το 1971, απαρτίζεται από 1.500 μέλη και έχει το αποκλειστικό δικαίωμα συλλογής, συσκευασίας και διακίνησης του κρόκου. Η ίδρυση του Συνεταιρισμού δημιούργησε ένα φορέα που έχει τη συνολική ευθύνη της συγκέντρωσης, επεξεργασίας, τυποποίησης και διάθεσης του προϊόντος, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η ποιότητά του και να αποφεύγεται η νοθεία που γινόταν στο παρελθόν, από τους εμπορομεσίτες, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση και την αρνητική εικόνα του προϊόντος. Καταναλώτριες χώρες θεωρούνται οι Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία, ΗΠΑ, Ελβετία, Αγγλία, Γερμανία, Σκανδιναβικές και Κάτω Χώρες, Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ, Βραζιλία, Αργεντινή, Ιαπωνία.
* Το σπαράγγι είναι μια από τις πλέον δυναμικές καλλιέργειες για τη χώρα μας. Είναι ένα καθαρά εξαγώγιμο αγροτικό προϊόν, αφού το 95% της ελληνικής παραγωγής αποστέλλεται στο εξωτερικό. Τα κυριότερα κέντρα παραγωγής στη χώρα μας βρίσκονται στα Γιαννιτσά, την Καβάλα, την Ημαθία, την Εδεσσα, την Ορεστιάδα, την Αιτωλοακαρνανία και την Ξάνθη.
* Η Ενωση Μαστιχοπαραγωγών Χίου είναι αναγκαστικός συνεταιρισμός που ιδρύθηκε το 1938 με τον ιδρυτικό νόμο 1390 και είναι φορέας αποκλειστικής διαχείρισης της φυσικής μαστίχας στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Αποτελεί τη συλλογική έκφραση 20 πρωτοβάθμιων συνεταιρισμών των 24 Μαστιχοχωρίων που βρίσκονται στη νότια Χίο. Σήμερα η Ενωση Μαστιχοπαραγωγών αριθμεί περίπου 5.000 μέλη και είναι ένας από τους μεγαλύτερους σε μέγεθος οργανισμούς της περιφέρειας Βορείου Αιγαίου.Η εμπορική δραστηριότητά της είναι κυρίως εξαγωγική, αφού το 60% της ετήσιας παραγωγής της μαστίχας Χίου προωθείται στις αγορές του εξωτερικού -Ευρώπη, Μ. Ανατολή, Αμερική, Αφρική, Αυστραλία, Ασία- ενώ η συνολική ποσότητα εξαγόμενης μαστίχας το 2004 ανήλθε σε 73 τόνους. Είναι αξιοσημείωτο ότι τα σημαντικότερα προϊόντα (μαστίχα, μαστιχέλαιο, τσίκλα Elma) της ΕΜΧ είναι προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ).
* Στην καλλιέργεια ροδιάς στρέφονται οι αγρότες στην Κεντρική Μακεδονία και όχι μόνο, αναζητώντας εναλλακτική λύση μετά την αναγκαστική εγκατάλειψη παραδοσιακών καλλιεργειών -και λόγω ΚΑΠ- όπως αυτή του καπνού. Στη Γουμένισσα Κιλκίς, πρώην καπνοπαραγωγοί συνέστησαν την ομάδα παραγωγών ροδιού «Το Ρόδι» και καλλιεργούν σε περισσότερα από 500 στρέμματα ροδιές, που αναμένεται να φτάσουν τα 2.000 στρέμματα την επόμενη 5ετία. Η καλλιέργεια ροδιών έχει εξαπλωθεί σε νομούς της Β. Ελλάδας, όπως ο νομός Πέλλας, ως αποτέλεσμα ιδιωτικής πρωτοβουλίας μιας ισραηλινής εταιρείας που δραστηριοποιείται στο χώρο κατασκευής αρδευτικών συστημάτων και προωθεί την καλλιέργεια της ροδιάς με όρους συμβολαιακής γεωργίας. Στην περιοχή έχουν εγκατασταθεί μέχρι σήμερα 700 στρέμματα ροδιάς, ενώ σύντομα θα φυτευτούν άλλα 500 στρέμματα. Αναμένεται όμως αύξηση της καλλιέργειας στο μέλλον γιατί το ενδιαφέρον του κόσμου είναι μεγαλύτερο, εφόσον αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που παρατηρούνται στη διάθεση ασφαλούς πολλαπλασιαστικού υλικού.
* Μεταξύ των τριών μόνο χωρών που θα τους χορηγηθεί επίσημη άδεια εντός του 2009 για την καλλιέργεια της στέβιας, που εκτιμάται ότι μπορεί να αντικαταστήσει την καπνοκαλλιέργεια, συγκαταλέγεται η Ελλάδα. Η στέβια είναι ένα μικρό βότανο που φυτρώνει στη βορειοδυτική Παραγουάη και αποτελεί παραδοσιακό γλυκαντικό των αυτοχθόνων Γουαρανών. Είναι 300 φορές πιο γλυκιά από τη ζάχαρη, χωρίς καθόλου θερμίδες, ενώ μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν ενδείξεις για ανεπιθύμητες δράσεις στον ανθρώπινο οργανισμό. Αντιθέτως, έρευνες του Πανεπιστημίου της Ασουνσιόν στην Παραγουάη έχουν δείξει ότι η στέβια διαθέτει αντιοξειδωτικές, αντιφλεγμονώδεις και αντιβακτηριδιακές ιδιότητες. Ενα ακόμα πλεονέκτημα είναι ότι η κρυσταλλική γλυκιά ουσία της στέβια είναι σταθερή σε θερμοκρασία έως και 200 βαθμών Κελσίου, ιδιότητα που επιτρέπει τη χρήση της στη μαγειρική, σε αντίθεση με τη συνθετική ασπαρτάμη.
* Η κοινή μηδική (Medicago sativa) είναι πολυετές ψυχανθές φυτό (5-6 έτη) που κατάγεται από τη νοτιοδυτική Ασία και συγκεκριμένα από την περιοχή Ιράν, Ιράκ και Τουρκμενιστάν. Στην Ελλάδα και στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο εισήχθη κατά τους Ελληνοπερσικούς πολέμους, τον 5ο αιώνα π.Χ. Η μηδική είναι το σπουδαιότερο χορτοδοτικό φυτό σε παγκόσμια κλίμακα, γεγονός που οφείλεται στην υψηλή θρεπτική του αξία. Το χόρτο της μηδικής είναι πλούσιο σε πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, ανόργανα άλατα και βιταμίνες. Χρησιμοποιείται ως χονδροειδής ζωοτροφή στα σιτηρέσια βοοειδών, αιγοπροβάτων, χοίρων και πουλερικών, με τον περιορισμό ότι μπορεί να προκαλέσει τυμπανισμό στα μηρυκαστικά εφόσον καταναλωθεί χλωρή. Τα τελευταία χρόνια, εξαπλώνεται διαρκώς η βιολογική καλλιέργεια της μηδικής, προς κάλυψη των αναγκών των βιολογικά εκτρεφόμενων ζώων, ο αριθμός των οποίων συνεχώς αυξάνεται.
* Τρούφα. Μια εναλλακτική επιλογή καλλιέργειας, με μικρές απαιτήσεις στις δαπάνες έναρξης και φροντίδας αλλά με υποσχέσεις για μεγάλες αποδόσεις, «εισβάλλει» δυναμικά τον τελευταίο καιρό στον ελληνικό αγροτικό χώρο. Πρόκειται για το σπάνιο μανιτάρι με το όνομα «τρούφα», το οποίο αναπτύσσεται υπόγεια (7-15 εκ. από την επιφάνεια), στο ριζικό σύστημα ορισμένων δέντρων ή θάμνων, όπως: φουντουκιά, φλαμουριά, πεύκο, καστανιά, ελιά, πλατύφυλλη ή χνουδωτή βελανιδιά, αμυγδαλιά κ.ά. Στα δέντρα αυτά γίνεται μπόλιασμα της ρίζας με τον μύκητα. Σήμερα, το κόστος εγκατάστασης φυτείας ανά στρέμμα κυμαίνεται από 1.000 έως 1.500 ευρώ (προβλέπεται και επιδότηση από τα σχέδια βελτίωσης), ενώ οι αποδόσεις -ύστερα από μια 5ετία- μπορούν να φτάσουν τα 1.500 ευρώ το στρέμμα.
* Φασκόμηλο. Στη Θεσσαλία, στη Ροδόπη αλλά και στο Αγιον Ορος αρχίζει να καλλιεργείται με πολύ καλές αποδόσεις το αρωματικό φυτό με τις ευεργετικές ιδιότητες. Η Salvia officinalis και η Salvia triloba, όπως είναι μερικές από τις επιστημονικές ονομασίες του φασκόμηλου, ήταν γνωστές από την αρχαιότητα, και ο Ιπποκράτης τις χρησιμοποιούσε για θεραπευτικούς σκοπούς. Σήμερα, πάντως, η χρήση της διευρύνθηκε κι εκτός από αφέψημα συναντάται στη φαρμακολογία και στην αρωματοθεραπεία. Στην Κάτω Τούμπα της Θεσσαλονίκης, μάλιστα, έδωσε το όνομά της σε ένα πρότυπο κέντρο αισθητικής, ενώ ευρεία είναι η χρήση της στην οδοντιατρική, καθώς έχει αποδειχτεί ότι καταπολεμά την οδοντική πλάκα. Ο Τάσος Ψύρρας από τον Τίρναβο Λάρισας βρήκε σπόρους ελληνικού φασκόμηλου σε μια πεζοπορία του στον Ολυμπο. Σήμερα καλλιεργεί 3 στρέμματα με πιστοποιημένους σπόρους, που προμηθεύεται από το ΕΘΙΑΓΕ, και μέσω ενός εμπόρου εξάγει το παραγόμενο προϊόν στην Αμερική για αφέψημα.
* Αγριοαγκινάρες… με οκτάνια. Ο Γιάννης Ισκούδης από τις Καρυές Λάρισας εγκατέλειψε την καλλιέργεια βαμβακιού και φύτεψε περίπου 520 στρέμματα με αγριοαγκινάρα. Είχε δηλώσει ότι το έκανε για τρεις λόγους: περιβαλλοντικούς, οικονομικούς και ενεργειακούς. Με την καλλιέργεια αυτή έχουμε αποκατάσταση των εδαφών διότι χρησιμοποιούμε πολύ λίγα φυτοφάρμακα. Η αγριοαγκινάρα, σύμφωνα με τον καθηγητή στο Τμήμα Γεωπονικών Εφαρμογών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Νίκο Δαναλάτο, μπορεί να εξελιχθεί στο «ελληνικό πετρέλαιο», δίνοντας τη δυνατότητα στους αγρότες να βρουν μια αποδοτική καλλιέργεια και στους καταναλωτές ένα φθηνό καύσιμο.
* Κρητικό ραδίκι. Ανήκει στη μεγάλη οικογένεια των άγριων ραδικιών και το όνομά του σημαίνει ότι μιλάμε για έναν μικρό αγκαθωτό θάμνο, τόσο αγκαθωτό όσο να κάνει απλώς δύσκολη τη ζωή των Κρητικών που αποφασίζουν ν’ ασχοληθούν μαζί του. Στην επιστημονική του ονομασία, το σταμναγκάθι λέγεται Cichorium Spinosum και όσον αφορά τη λεκτική συνύπαρξη της στάμνας με το αγκάθι, λέγεται ότι ευθύνεται μια παλιά συνήθεια των Κρητικών να καλύπτουν με αυτά τα χόρτα τα στόμια των σταμνών με το νερό για να εμποδίζονται τα μαμούνια και τα έντομα να κάνουν… βουτιές στο πόσιμο χρυσάφι. «Το χόρτο έχει μια υπέροχη πικράδα μαζί με μια ελαφριά γλυκύτητα, που δεν μοιάζει με κανενός άλλου και είναι σήμα κατατεθέν της κρητικής κουζίνας. Είναι το περιβόητο σταμναγκάθι, που τα τελευταία χρόνια έχει κουρσέψει όλα τα γκουρμέ εστιατόρια της Ελλάδας -και όχι μόνο- ανακηρύσσοντας εαυτόν ως χόρτο απαραίτητο σε κάθε γαστρονομική αναζήτηση» είχε σημειώσει ο Δειπνητής στην «Ε».
Αλλα ξεχωριστά προϊόντα που εξακολουθεί να παράγει η ελληνική γη, είναι: η κορινθιακή σταφίδα, ξερά σύκα Μεσσηνίας, Λακωνίας, Εύβοιας και Αττικής, τοματάκι της Σαντορίνης, κουμ-κουάτ της Κέρκυρας, πατάτες Νάξου, πεπόνι της Μυτιλήνης, καρπούζια της Μεσσηνίας, μανταρίνι Καλύμνου, νεροκρέμμυδο Ζακύνθου, η οινοποιήσιμη ποικιλία βαρτζαμί της Λευκάδας, φράουλες της Ηλείας, κάστανα της Λακωνίας και της Αρκαδίας, όσπρια της Δυτικής Μακεδονίας και του Εβρου, πατάτες των Σερρών, της Δράμας του Αμυνταίου και της Πελοποννήσου, θερμοκηπιακές καλλιέργειες της Κρήτης και της Πρέβεζας, οπωροκηπευτικά των Μεγάρων, ακτινίδια της Πιερίας, φάβα της Σαντορίνης, αχλάδια της Λέσβου. *
* «Μανιτάρι τρούφα, μια δυναμική και αποδοτική καλλιέργεια» είναι το σύνθημα του Παύλου Μιχαηλίδη, από το Κιλκίς. Αφού επισκέφθηκε στο εξωτερικό εκτάσεις με αυτό το προϊόν και αφού μελέτησε τις ανακοινωμένες επιστημονικές έρευνες για τις δυνατότητες εξεύρεσης δενδρυλλίων εμβολιασμένων με τον μύκητα Τρούφα, άφησε τα 100 στρέμματα με τα σιτάρια που καλλιεργούσε και στράφηκε στην τρούφα. Σύμφωνα με πληροφορίες, στη χώρα μας είκοσι καλλιεργητές από διάφορες περιοχές της Ελλάδας έχουν επενδύσει σήμερα το μέλλον τους στην παραγωγή τρούφας, του πιο εκλεκτού εδέσματος στην ευρωπαϊκή κουζίνα, με την πιο… αλμυρή τιμή.
* Κρασί, φάβα και ντοματάκια είναι τα προϊόντα που παράγουν στη Σαντορίνη. Σύμφωνα με τον γεωπόνο Μάρκο Καφούρο, η παραγωγή είναι ικανοποιητική: για τη φάβα έχουμε 1.000 στρέμματα, για το ντοματάκι 250, με απόδοση 150 τόνους ετησίως. «Είναι ικανοποιητική η παραγωγή, αρκεί να έχει βρέξει Μάρτη και Απρίλη. Πολλά νέα παιδιά στρέφονται στην ντόπια γεωργία και γίνονται αγρότες. Αυτό είναι πολύ αισιόδοξο για μας».
* Ο Θανάσης Καρτάλης είναι 43 ετών και εδώ και λίγο καιρό καλλιεργεί στην Ξάνθη 10 στρέμματα με ροδιές. «Η πρώτη παραγωγή ήταν 400 κιλά ανά στρέμμα. Τα πρώτης κατηγορίας τα στέλνουμε στη Ρωσία για βρώση, τα άλλα για χυμό. Είναι μια εναλλακτική καλλιέργεια, που πιστεύουμε ότι στο μέλλον θα αποδώσει πιο πολύ». Στην ίδια περιοχή έχει ξεκινήσει και η παραγωγή ακτινιδίων και μήλων παράλληλα με τα σιτηρά και το βαμβάκι.
* Αφησε τη συμβατική γεωργία και καλλιεργεί βιολογικά σιτηρά, όσπρια, ψυχανθή, ζωοτροφές. Ο 46άχρονος Στέργιος Τσιμνιόπουλος από τα Γρεβενά μάς λέει ότι η δυκολία και το κόστος της παραγωγής ξεκινούν μετά τη σπορά, αφού δεν χρησιμοποιούν φυτοφάρμακα και λιπάσματα, άρα η απόδοση είναι πολύ μικρότερη. «Εμείς επιμένουμε, διότι έτσι θα πάμε μπροστά τη γεωργία μας και θα έχουμε καλύτερα αγροτικά προϊόντα».
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 31/01/2009
Ποιο το μέλλον της γεωργίας μας
Των ΜΙΧΑΛΗ ΚΟΥΡΜΟΥΣΗ – ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΙΟΥΣΗ
Τα μπλόκα των αγροτών αποχωρούν σιγά σιγά, οι δρόμοι ανοίγουν και οι δύο πρωταγωνιστές της κρίσης πανηγυρίζουν ότι νίκησαν. Η κυβέρνηση, γιατί τελειώνει μια κινητοποίηση χωρίς μεγάλο κοινωνικό και οικονομικό κόστος συγκριτικά με το ύψος των αιτημάτων, και οι αγρότες γιατί «πήραν» σε ορισμένες περιπτώσεις περισσότερα απ’ ό,τι ζητούσαν και σε άλλες πήραν χρήματα που δεν περίμεναν.
Από τη δεύτερη ημέρα των κινητοποιήσεων, όταν εξαγγέλθηκε η χορήγηση των 500 εκατ. ευρώ, έγινε φανερό ότι δεν υπήρχαν αιτήματα άμεσης ικανοποίησης. Το κύριο αίτημα για την αναπλήρωση του χαμένου εισοδήματος για το 2008 είχε ικανοποιηθεί.
Τα αγροτικά μπλόκα έφεραν στο προσκήνιο τη νέα γενιά αγροτοσυνδικαλιστών, που φιλοδοξεί να «συνταξιοδοτήσει» γνωστούς αγροτοπατέρες.
Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα της κινητοποίησης, η ελληνική γεωργία -και οι Ελληνες αγρότες- είναι εδώ με τα προβλήματά της και τις αγωνίες της για το μέλλον. Μια σειρά προβλήματα που ακροθιγώς αναφέρθηκαν στα διάφορα μνημόνια των αγροτικών αιτημάτων.
Με ένα γερό «επίδομα ανεργίας» δεν λύνεται κανένα αγροτικό πρόβλημα και απλά θέτει προϋποθέσεις για δυναμικότερες κινητοποιήσεις τον ερχόμενο χρόνο.
Τα προβλήματα που έχει σήμερα η γεωργία μπορούν να συγκεντρωθούν σε δύο μεγάλα κεφάλαια. Το πρώτο είναι ότι δεν παράγουμε και το δεύτερο είναι ότι δεν ξέρουμε να πουλάμε. Αναλυτικά, τα στοιχεία σ’ αυτές τις ενότητες προβλημάτων είναι τα εξής:
* Το μεγάλο πρόβλημα με αλυσιδωτές συνέπειες είναι ότι δεν παράγουμε. Η ελληνική γεωργία δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη διατροφή του ελληνικού λαού. Η χώρα έχασε την αυτάρκειά της στα σιτηρά εκεί γύρω στο 2000.
Μια αυτάρκεια που είχε εξασφαλίσει για πρώτη φορά στην ιστορία της το 1957 (σιτάρκεια) και το 1985 στο καλαμπόκι. Σήμερα, για εισαγωγές σιτηρών πληρώνουμαι κάθε χρόνο 100 εκατ. ευρώ.
Μεγαλύτερο είναι το πρόβλημα στην κτηνοτροφία. Για εισαγωγές κρέατος, γάλακτος, τυριών δαπανούμε κάθε χρόνο γύρω στο ένα δισ. ευρώ, σχεδόν περισσότερα απ’ ό,τι δίνουμε για εισαγωγές πετρελαίου. Εισάγουμε όσπρια, φρούτα και λαχανικά, ψάρια.
Η έλλειψη παραγωγής έχει σημαντική επίπτωση στο ισοζύγιο. Το 2008, το έλλειμμα στο εμπορικό αγροτικό ισοζύγιο έφτασε τα 4 δισ. ευρώ. Στα 4 δισ. ευρώ υπολογίζεται και η αξία της γεωργικής παραγωγής, συμπεριλαμβανομένων των επιδοτήσεων. Δηλαδή, η ελληνική γεωργία παράγει το ένα τρίτο των προϊόντων για τη διατροφή των Ελλήνων και τα δύο τρίτα εισάγονται. Υπάρχει βέβαια και η εγκατάλειψη λόγω ΚΑΠ δυναμικών καλλιεργειών, όπως καπνά, τεύτλα, βιομηχανική ντομάτα κ.ά.
* Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα είναι ότι δεν πουλάμε. Εχουμε μοναδικά προϊόντα, έχουμε ποιοτικά προϊόντα και δεν μπορούμε να τα πουλήσουμε. Είναι απαράδεκτο να πουλάμε το εξαιρετικά παρθένο λάδι δύο ευρώ το κιλό χύμα στους Ιταλούς και αυτοί, αφού το συσκευάσουν, να το μεταπωλούν 20 και 30 ευρώ το κιλό. Το ίδιο συμβαίνει με το κρασί (πουλάμε μούστο με ένα ευρώ και ως κρασί πουλιέται 15-20 και 30 ευρώ το μπουκάλι). Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τα σταφύλια, τις σταφίδες (από παραγωγή 120.000 τόν. το 1990, σήμερα δεν παράγουμε ούτε 35.000 τόν.), τα σύκα, το βαμβάκι. Συμπερασματικά, το πρόβλημα της ελληνικής γεωργίας συνοψίζεται στο ότι δεν παράγουμε και όσα παράγουμε δεν μπορούμε να τα πουλήσουμε.
Το ερώτημα βέβαια είναι τι μπορεί να γίνει. Υπάρχουν λύσεις και προοπτικές; Είναι σίγουρο ότι ακόμη υπάρχουν λύσεις. Απαιτείται ένας προγραμματισμός για το τι μπορούμε να καλλιεργήσουμε (εθνική στρατηγική με πολιτικές). Απαιτείται συνεργασία και κυρίως ενημέρωση των αγροτών.
Κυρίαρχο θέμα είναι η επανίδρυση των συνεταιρισμών και η χάραξη μιας πολιτικής μάρκετινγκ. Είναι απαράδεκτο τα πολυεθνικά σουπερμάρκετ να μην πουλάνε ελληνικά προϊόντα, αλλά προϊόντα της χώρας προέλευσής τους.
Ν’ αποφασιστεί ότι γεωργία χωρίς στήριξη και επιδοτήσεις δεν γίνεται. Και μετά να καθοριστεί πού θα δοθούν ενισχύσεις και ποια γεωργία θα ενισχύσουμε.
Υπάρχουν δυο-τρία προϊόντα που δείχνουν τον δρόμο. Η μαστίχα Χίου κατακτά την Αμερική και ο κρόκος Κοζάνης έχει ζήτηση μεγαλύτερη από την παραγωγή.
Η φέτα είναι ένα προϊόν με μεγάλες δυνατότητες, που θα βοηθήσει την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας μας. Η συγκυρία με τις αναδυόμενες αγορές της Ανατολικής Ευρώπης και της Ρωσίας αποτελεί μια ευκαιρία για τα ελληνικά φρούτα και λαχανικά. Απαιτούνται όμως οργάνωση και ποιότητα.
Τι εισάγουμε
Φυτικά: Κρεμμύδια από την Ινδία, λεμόνια από Αργεντινή, Λίβανο, Σερβία. Αχλάδια από Αργεντινή και Χιλή. Δαμάσκηνα και σταφύλια από Χιλή. Φακές από τον Καναδά. Φασόλια από την Κίνα και την Τουρκία. Ρεβίθια από Μεξικό. Φιστίκια Αιγίνης από ΗΠΑ, Ιράν, Τουρκία. Φυστίκια αράπικα από Κίνα, Βραζιλία, Αργεντινή. Αρακά, μπάμιες, φασολάκια από την Αίγυπτο. Ποπ-κορν από την Αργεντινή.
Ζωικά: Βούτυρο από Ινδία. Κατεψυγμένα κοτόπουλα από Αργεντινή και βοοειδή από Βραζιλία. Καλαμάρια – χταπόδια από Ταϊλάνδη. Σαρδέλες από Ταϊλάνδη και Κροατία. Κατεψυγμένη πέρκα από Ουγκάντα. Σαλιγκάρια από Αζερμπαϊτζάν. Ψάρια νωπά από Σενεγάλη, Τυνησία, Τουρκία. Αστακούς από Καναδά. Γαρίδες από Αυστραλία, Μαλαισία, Σαουδική Αραβία.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ – 31/01/2009