Έρευνα σχετικά με την κατάσταση των ελληνικών φυλακών θα διενεργήσει η Κομισιόν, ύστερα από καταγγελία της Ένωσης Πολιτών για τα Δικαιώματα των Ανθρώπων, η οποία έχει την εξουσιοδότηση 700 κρατουμένων για υποθέσεις ναρκωτικών.
Η σχετική υπηρεσία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Αναφορών και Καταγγελιών Πολιτών ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκαταρκτική έρευνα «που να καλύπτει όλες τις πτυχές του προβλήματος» ύστερα από καταγγελίες για τις συνθήκες στις ελληνικές φυλακές και για παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων των κρατούμενων.


Η απόφαση ελήφθη στις 23 Φεβρουαρίου 2009, ύστερα από την καταγγελία της Ένωσης Πολιτών, μέλη της οποίας είναι πολίτες και γονείς κρατουμένων. Η Ένωση κάνει λόγο για «μηχανή αδικίας» και ζητά την παραπομπή της Ελλάδας για τη μη συμμόρφωσή της με τα ευρωπαϊκά σωφρονιστικά πρότυπα ενώ επιφυλάσσεται για διεκδίκηση χρηματικής αποζημίωσης στους θιγόμενους κρατούμενους.

Με την καταγγελία της αυτή, η Ένωση Πολιτών ζητά παράλληλα την παρέμβαση της Επιτροπής «για την επίλυση του σοβαρού προβλήματος που αντιμετωπίζουν υπόδικοι και καταδικασμένοι κρατούμενοι εξαιτίας των γνωστών απάνθρωπων και απαράδεκτων συνθηκών των ελληνικών σωφρονιστικών καταστημάτων, καθώς και για την επιβολή εξοντωτικών ποινών σε βάρος νέων ανθρώπων που είχαν την ατυχία να εξαρτηθούν από τα ναρκωτικά».

Η Αρμόδια Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Αναφορών και Καταγγελιών Πολιτών αναφέρει στο απαντητικό της έγγραφο ότι έλαβε υπόψη της τις σχετικές καταγγελίες και «έκρινε ότι τα θέματα που αναφέρονται είναι αποδεκτά και χρήζουν ελέγχου, σύμφωνα με τις προβλεπόμενες διαδικασίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου».

Η Ένωση Πολιτών με την αναφορά της προς την Επιτροπή Αναφορών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ζητάει, μεταξύ άλλων, την άμεση εφαρμογή των Ευρωπαϊκών Συστάσεων σύμφωνα με τις οποίες έχουν θεσπιστεί κανονισμοί στις ευρωπαϊκές φυλακές «σχετικά με την εξασφάλιση αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης και κράτησης, οι οποίες δεν προσβάλλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια», όπως επιτάσσει η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

www.tvxs.gr

ΔΡΑΣΗ ΚΑΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΠΟΛΙΤΩΝ

Αναφέρουμε τις πρόσφατες ενέργειες και τις πάγιες θέσεις της «Ένωσης Πολιτών» για τη προάσπιση των δικαιωμάτων και ελευθεριών του ανθρώπου, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου και την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για τα δικαιώματα των κρατούμενων στις ελληνικές φυλακές.

Κατ’ ακολουθία της από 14.11.2008 συνάντησης των εκπροσώπων της «Ένωσης Πολιτών» με τον αξιότιμο κ. Υπουργό και τον αξιότιμο κ. Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, του σχετικού υπομνήματος που επιδώσαμε στον κ. Γενικό Γραμματέα και το δελτίο τύπου που εκδώσαμε την 15.11.2008, υποβάλαμε στο κ. Υπουργό Δικαιοσύνης τεκμηριωμένες προτάσεις για να υλοποιηθούν τα βασικά και στοιχειώδη αιτήματα των κρατούμενων για τα ναρκωτικά και να επιλυθούν τα χρόνια και δίκαια αιτήματά τους, σύμφωνα με τις επιταγές της ΕΕ. Δυστυχώς, όχι μόνο δεν εισακουστήκαμε αλλά προέκυψε και ένα σοβαρότατο νομικό και πολιτικό πρόβλημα για τους εμπλεκόμενους σε υποθέσεις ναρκωτικών, με τη λανθασμένη ενσωμάτωση της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, στο ελληνικό ποινικό δίκαιο, και ψηφίσθηκε από τη Βουλή ο ν. 3727/2008 (ΦΕΚ Α 257/18.12.2008) για την εναρμόνιση του εθνικού δικαίου με την Απόφαση-Πλαίσιο.

Η «’Ένωση Πολιτών» συνεχίζοντας να παρέχει με την ίδια αποφασιστικότητα την αμέριστη συμπαράστασή της για τα την προάσπιση των δικαιωμάτων των κρατούμενων (καταδικασμένων και υπόδικων) και για να συμβάλει στην επίλυση του σοβαρότατου προβλήματος που προέκυψε, διατυπώνει ξανά τις πάγιες θέσεις της ελπίζοντας ότι θα εισακουστούν από τους αρμοδίους, ώστε σύντομα να ανατείλει το φως της Δικαιοσύνης στον σημερινό ερεβώδη χώρο των ελληνικών φυλακών. Οι πάγιες θέσεις της «Ένωσης Πολιτών» είναι οι κάτωθι:

1. ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ-ΠΛΑΙΣΙΟΥ 2004/757/ΔΕΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

Άμεση και αυτούσια ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, χωρίς παρερμηνείες και λανθασμένες μεταφράσεις, διότι όπως είναι γνωστό αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού ποινικού δικαίου και υπερισχύει από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου. Η εφαρμογή της Απόφασης-Πλαισίου από την ελληνική δικαιοσύνη για όλα τα αδικήματα ναρκωτικών ήταν υποχρεωτική από την 25.10.04, την ημερομηνία έναρξης ισχύος της απόφασης σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Ήδη, όλες οι χώρες μέλη της ΕΕ εναρμόνισαν τα εθνικά τους ποινικά δίκαια με την Απόφαση-Πλαίσιο. Ακόμη και τα Σκόπια εναρμονίστηκαν. Συγκεκριμένα αναφέρονται τα εξής:

α. Την 14.11.2008 και κατά τη διάρκεια της απεργίας πείνας των κρατούμενων, σε προγραμματισμένη συνάντηση των νόμιμων εκπροσώπων της «Ένωσης Πολιτών» με τους αξιότιμους κ.κ. Υπουργό και Γενικό Γραμματέα Δικαιοσύνης, αναλύθηκαν, με κάθε δυνατή λεπτομέρεια καθώς και με πλήρη τεκμηρίωση, τα σοβαρότατα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι υπόδικοι και οι καταδικασμένοι, εξ αιτίας των γνωστών απάνθρωπων και απαράδεκτων συνθηκών των ελληνικών φυλακών καθώς και εξ αιτίας της επιβολής εξοντωτικών και ομοίως απάνθρωπων ποινών πολυετών καθείρξεων εις βάρος κυρίως νέων ανθρώπων, που είχαν την ατυχία να εμπλακούν και να εξαρτηθούν από τα ναρκωτικά.

β. Τόσο ο κ. Υπουργός όσο και ο κ. Γενικός Γραμματέας διαβεβαίωσαν την «Ένωση Πολιτών» και δεσμεύθηκαν να προβούν, εντός των προσεχών ημερών στην άμεση επίλυση όλων των προβλημάτων των κρατούμενων, με τη λήψη άμεσων και αποτελεσματικών μέτρων, αφού πλέον είχε γίνει κατανοητό, ότι η επικρατούσα σημερινή κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Έτσι, με βάση τις διαβεβαιώσεις, μεταξύ των άλλων, επρόκειτο αμέσως να γίνει η αυτούσια ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, ώστε να πάψει η επιβολή εξοντωτικών ποινών πολυετών καθείρξεων καθώς και αυτής της έσχατης των ποινών, δηλαδή της ισόβιας κάθειρξης, εις βάρος των εμπλακέντων με τα ναρκωτικά και, κυρίως, εις βάρος των νέων ανθρώπων, που, ως γνωστό, κρίνονται και χαρακτηρίζονται ως δήθεν έμποροι ναρκωτικών, ενώ είναι άρρωστοι χρήστες και θύματα, με αποτέλεσμα να έχουν καταδικαστεί ως «έμποροι ναρκωτικών» έξι χιλιάδες πεντακόσιοι (6.500) πολίτες, ενώ, επί παραδείγματι, στην Ιταλία των πενήντα επτά εκατομμυρίων πληθυσμού, έχουν καταδικαστεί ως έμποροι μόλις εκατόν είκοσι (120) δράστες.

γ. Δυστυχώς, παρά τις διαβεβαιώσεις και ομολογουμένως τις ειλικρινείς προθέσεις του κ. Υπουργού και του κ. Γενικού Γραμματέα, τόσο προς την «Ένωση Πολιτών» όσο και προς τους άτυχους κρατούμενους, το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης «Κύρωση και εφαρμογή της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των παιδιών κατά της γενετήσιας εκμετάλλευσης και κακοποίησης, μέτρα για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και την αποσυμφόρηση των καταστημάτων κράτησης και άλλες διατάξεις», που προετοιμάσθηκε από τους αρμόδιους του Υπουργείου και ψηφίσθηκε από τη Βουλή, (ν. 3727/2008) δεν ανταποκρίθηκε στις διατάξεις της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, δηλαδή στη μείωση των ποινών για τα ναρκωτικά, δεν ενσωμάτωσε την Απόφαση-Πλαίσιο αυτούσια, όπως ρητώς είχαν δεσμευτεί να πράξουν οι κ.κ. Υπουργός και Γενικός Γραμματέας και δεν εναρμόνισε το εθνικό ποινικό δίκαιο σύμφωνα με τις διατάξεις της, κατά παράβαση και της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του Συντάγματος και των αποφάσεων (ενδεικτικώς) Α.Π. 1603/91 και Α.Π. 1008/93.

δ. Ο κ. Υπουργός Δικαιοσύνης, με την λανθασμένη εναρμόνιση του εθνικού ποινικού δικαίου με την Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ, αφενός μεν εμφανίστηκε ανακόλουθος των υποσχεθέντων, δηλαδή σχετικά με την αυτούσια ενσωμάτωση της Απόφασης-Πλαισίου στο ποινικό δίκαιο, και αφετέρου δε, έθεσε τις προϋποθέσεις για μία αδιέξοδη και αλλοπρόσαλλη κατάσταση κατά την εφαρμογή του ν. 3727/2008 για υποθέσεις ναρκωτικών που πιθανόν να οδηγήσει τους εμπλεκόμενους σε νέους δικαστικούς αγώνες.

Ο σκοπός της εν προκειμένω ειδικής νομοθέτησης δεν είναι η εξόντωση του δράστη, αλλά ο σωφρονισμός και η αποτροπή. Επί παραδείγματι, το άρθρο 23Α του νέου νόμου προβλέπει πολύ αυστηρότερη ποινική μεταχείριση (ισόβια κάθειρξη), από τη μέγιστη ποινή των 10 ετών που καθορίζει η Απόφαση – Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ.

Συγκεκριμένα ενώ η αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου αναφέρει σαφώς ότι περιλαμβάνεται η εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, που προβλέπει ελάχιστες και μέγιστες ποινές για τους εμπλεκόμενους σε υποθέσεις ναρκωτικών, με μέγιστη ποινή τα 10 έτη, τα κύρια άρθρα του νέου νόμου καθορίζουν τα 10 έτη ως την ελάχιστη ποινή και μέγιστη την ισόβια κάθειρξη. Δηλαδή, ο συγκεκριμένος νόμος διακρίνεται από επιπολαιότητα και παραλογισμό, αφού διατηρείται η αδιανόητη για κράτος δικαίου ποινή της ισόβιας κάθειρξης, ενώ αυτή δεν προβλέπεται καθόλου από την Απόφαση-Πλαίσιο αλλά ούτε εφαρμόζεται σήμερα από καμία χώρα μέλος της ΕΕ.
Δηλαδή, οι αρμόδιοι του Υπουργείου Δικαιοσύνης, οι οποίοι, ίσως λόγω έπαρσης και αλαζονείας, δεν αντιλήφθηκαν το νέο πλαίσιο των ποινών για τα ναρκωτικά, που καθορίζει η συγκεκριμένη απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, και που κυμαίνονται μεταξύ ενός ελάχιστου (κατώτατου) και μέγιστου (ανώτατου) ορίου ποινών, και αντί να ενσωματώσουν στο εθνικό ποινικό δίκαιο αυτούσια την Απόφαση-Πλαίσιο όπως απαίτησε ο κ. Υπουργός Δικαιοσύνης και επιβεβαίωσε τους εκπροσώπους της «Ένωσης Πολιτών», έγιναν νομοθέτες και τροποποίησαν αυθαίρετα τον Π.Κ., όπως αυτοί έκριναν σκόπιμα, εκθέτοντας τον κ. Υπουργό και τον κ. Γενικό Γραμματέα, την Βουλή των Ελλήνων, τη κυβέρνηση και την χώρα μας διεθνώς.
Η «Ένωση Πολιτών» με υπόμνημά της ενημέρωσε, ως όφειλε, τον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης, τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου, και την «Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος» και ήδη προσέφυγε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και επιφυλάσσεται να προσφύγει στην ελληνική δικαιοσύνη κατά των αρμοδίων για παραπλάνηση της κοινωνίας.

ε. Όπως είναι γνωστό στο πλαίσιο μιας νέας στρατηγικής για την ολοκλήρωση και εναρμόνιση της νομοθεσίας των κρατών μελών της ΕΕ για μια ενιαία ευρωπαϊκή προσέγγιση καταπολέμησης των ναρκωτικών σε ολόκληρη την ΕΕ, σύμφωνα με το γενικό πρόγραμμα «Θεμελιώδη δικαιώματα και δικαιοσύνη» το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ευρώπης με τις αποφάσεις τους 2004/757/ΔΕΥ και 1150/2007/ΕΚ υιοθέτησαν μια νέα ποινική και αντεγκληματική πολιτική. Η ΕΕ, με τη στρατηγική της για τον περιορισμό της διακίνησης ναρκωτικών, κάλεσε τα κράτη μέλη της να εναρμονίσουν το ποινικό τους δίκαιο για τα ναρκωτικά με ποινές που κυμαίνονται μεταξύ ενός κατώτατου και ανώτατου ορίου ποινών, σύμφωνα με την Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ ΔΕΥ, ακολουθώντας τα σύγχρονα προγράμματα ποινικής και αντεγκληματικής πολιτικής των Δυτικών χωρών, της τελευταίας δεκαετίας, και να καθορίσουν την πρόληψη και τη μείωση της χρήσης ναρκωτικών ως τη βασική αρχή στην ποινική και την αντεγκληματική τους πολιτική και όχι την αυστηροποίηση και τη μηδενική ανοχή των ποινών στο κατασταλτικό σύστημα τους. Σημειώνεται ότι οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρώπης δεσμεύουν άμεσα τα κράτη μέλη και παράγουν έννομα αποτελέσματα για τους πολίτες της ΕΕ.

στ. Η υποχρεωτική εφαρμογή της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης από την ελληνική δικαιοσύνη για όλα τα αδικήματα ναρκωτικών αφορά όλους τους πολίτες και προκύπτει από τα κατωτέρω:

· Από το άρθρο 10 της «Συνθήκης για την Ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας» απορρέει η υποχρέωση των κρατών μελών για την άμεση εφαρμογή της συγκεκριμένης απόφασης στο εθνικό δίκαιο.
· Από το άρθρο 28 § 1 του Συντάγματος, προκύπτει ότι η συγκεκριμένη απόφαση αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του ελληνικού δικαίου και υπερισχύει από κάθε άλλη αντίθετη εθνική διάταξη νόμου. Σημειώνεται ότι το άρθρο 28 του Συντάγματος αποτελεί θεμέλιο για τη συμμετοχή της χώρας μας στις διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης.
· Οι διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) μετά την κύρωση από τη χώρα μας, αποτελούν εσωτερικό δίκαιο.
· Οι διεθνείς συμβάσεις υπερισχύουν, όταν έχουν διαφορετικές ρυθμίσεις, έναντι των νόμων του εσωτερικού δικαίου [ΑΠ 1603/91, ΑΠ 1008/93, ΕλΔ 34/332. Ολ. ΣτΕ 1930/89, ΕλΔ 40/892].
· Κατά πάγια νομολογία των δικαστηρίων της ΕΕ, ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να επικαλεστεί διατάξεις, πρακτικές, ή καταστάσεις της εσωτερικής έννομης τάξης προκειμένου να δικαιολογήσει τη μη τήρηση των υποχρεώσεων και των προθεσμιών που προβλέπει μια Απόφαση (απόφαση ΔΕΚ C-323/97).

ζ. Με βάση αυθεντικές και υπεύθυνες επί τούτω διαγνώσεις γνωστών διεθνολόγων οι οποίοι προέβησαν σε μετάφραση της Απόφασης-Πλαισίου από την αγγλική, τη γαλλική, τη γερμανική και τη σουηδική γλώσσα στην ελληνική, αλλά και της επίσημης μετάφρασης, από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα, του μεταφραστικού τμήματος του Υπουργείου Εξωτερικών, σαφώς προκύπτει, ότι, δυνάμει αυτής της Απόφασης-Πλαισίου, προβλέπεται κατώτατο και ανώτατο όριο ποινής και αποκλείεται απολύτως η επιβολή ισόβιας κάθειρξης, εφ’ όσον σκοπός του νομοθετήματος δεν είναι η εξόντωση, αλλά ο σωφρονισμός και, πέραν τούτου, η πρόληψη και η καταπολέμηση ειδικώς των οργανωμένων εμπόρων και όχι των άρρωστων-εξαρτημένων από τα ναρκωτικά.

η. Παρατηρήσεις επί των διατάξεων της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ

· Οι κυρώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους του άρθρου 4 συνδέονται αποκλειστικά με τη διακίνηση ναρκωτικών, όπως σαφώς αναφέρεται στο άρθρο 2. Οι τοξικομανείς και οι χρήστες έχουν άλλη αντιμετώπιση και δεν επιβάλλονται ποινές, σύμφωνα με το στοιχείο (4) του προοιμίου της Απόφασης. Δηλαδή, η κοινωνία τους αναγνωρίζει ως ασθενείς και στους στέλνει στο νοσοκομείο για θεραπεία, σε αντίθεση με το ισχύον στην Ελλάδα καθεστώς, που οι ασθενείς, οι οποίοι εμπλέκονται στο κύκλωμα της διακίνησης ναρκωτικών, εξ αιτίας της τοξικομανίας τους, αντιμετωπίζονται, κατά κανόνα, ως έμποροι και εξοντώνονται εγκλειόμενοι στη φυλακή, όπου, πολλοί από αυτούς (κυρίως νέοι άνθρωποι, ηλικίας από 19 έως 25 ετών) βρίσκουν τον θάνατο και οι υπόλοιποι εξοντώνονται και ιδρυματοποιούνται και, σε κάθε περίπτωση, ούτε σωφρονίζονται και, βεβαίως, δεν θεραπεύονται, αλλά υποτροπιάζουν.

· Η παράγραφος 1 του άρθρου 4, δεν επιβάλει κανένα συσχετισμό της διάρκειας της ποινής με την ποσότητα ναρκωτικών, που έχει διακινηθεί, συνεπώς η ποινή, μεταξύ ενός και τριών ετών, κρίνεται από τον τρόπο, τον σκοπό και τη συμβολή του κατηγορούμενου στη συγκεκριμένη παραβατική συμπεριφορά, εάν είναι υπότροπος κ.λπ. Δηλαδή η ποσότητα της ναρκωτικής ουσίας δεν αποτελεί το κριτήριο για την επιβολή της ποινής.

· Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 αναφέρεται σε μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών, χωρίς να προσδιορίζεται συγκεκριμένη ποσότητα ναρκωτικών. Δεν καθορίζεται ανώτατη ποσότητα, που μπορεί να ανέρχεται σε εκατοντάδες κιλά. Σύμφωνα με το στοιχείο (3) του προοιμίου της Απόφασης, ο στόχος της ΕΕ είναι να εφαρμοστεί μια κοινή προσέγγιση σε επίπεδο Ένωσης. Συνεπώς θα πρέπει να αναφερθούμε σε αποφάσεις δικαστηρίων άλλων χωρών μελών της ΕΕ. Πρόσφατα, Γερμανικό και σε άλλη περίπτωση Ισπανικό δικαστήριο, επέβαλε ποινή δέκα ετών, για ποσότητα εκατοντάδων κιλών κοκαΐνης.

· Στην Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ δεν αναφέρεται πουθενά η ποινή της ισόβιας κάθειρξης για τα ναρκωτικά. Διευκρινίζεται ότι η έσχατη αυτή ποινή έχει καταργηθεί ήδη σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες μέλη της ΕΕ. Είναι δε γνωστό, ότι στην Ελλάδα η ποινή της ισόβιας κάθειρξης αποτελεί τον κανόνα και επιβάλλεται ακόμη και σε μη υπότροπους και σε δράστες νεαρής ηλικίας, με αποτέλεσμα τη δημιουργία άτοπων, ανεπιεικών και απάνθρωπων αποτελεσμάτων εις βάρος των καταδικασμένων και, κυρίως, εις βάρος των ασθενών – τοξικομανών.

2. ΕΚΤΙΣΗ ΤΩΝ 3/5 ΤΗΣ ΠΟΙΝΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΦ΄ ΟΡΩΝ ΑΠΟΛΥΣΗ

Να ισχύσει και για τους καταδικασθέντες για ναρκωτικά η έκτιση των 3/5 της ποινής για την υφ’ όρων απόλυσή τους. Δεν είναι δίκαιο να γίνεται διάκριση και να απολύονται μετά την έκτιση των 4/5 της ποινής όσοι έχουν καταδικασθεί για εμπορία ναρκωτικών με τις «επιβαρυντικές περιστάσεις» του τέως άρθρου 8 του ειδικού ποινικού νόμου 1729/1987 (και νυν του αντίστοιχου άρθρου του κ.ν.ν. 3459/2006), δηλαδή κατ’ επάγγελμα, ιδιαίτερα επικίνδυνοι κ.λπ., διότι δεν θα υπάρξει ευεργετικό αποτέλεσμα για κανένα κρατούμενο για τα ναρκωτικά, αφού το 99% των κατηγορουμένων (καταδικασθέντων και υπόδικων) έχει υπαχθεί και ανήκει σε αυτή την κατηγορία και, όπως προκύπτει από τις στατιστικές, στην κατηγορία αυτή υπάγονται κυρίως νεαροί τοξικομανείς, που χαρακτηρίστηκαν, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία και τον τρόπο της εφαρμογής της από τα δικαστήρια, ως έμποροι και όχι ως ασθενείς δεόμενοι ιατρικής φροντίδας και θεραπείας.

3. ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΥ ΔΡΑΣΤΗ

Η διάταξη του άρθρου 8 του ν. 1729/1987 (ήδη του κ.ν.ν. 3459/2006), σύμφωνα με την οποία, κατά την κρίση των δικαστών, ο δράστης κρίνεται «ιδιαίτερα επικίνδυνος» να καταργηθεί εντελώς, όπως ορθώς είχε καταργηθεί στο παρελθόν με το άρθρο 4 § 2 του ν. 2408/1996, και με το άρθρο 2 § 15 εδάφιο β’ του ν. 2479/1997 ο νομοθέτης την επανέφερε αδικαιολόγητα σε ισχύ. Δηλαδή, από την 31.05.1996 έως την 06.05.1997 η σχετική διάταξη είχε καταργηθεί. Επομένως, για όσες πράξεις τελέστηκαν πριν από την 31.05.1996, κατ’ εφαρμογή του επιεικέστερου νόμου (άρθρο 2 του Π.Κ.), δεν μπορεί να εφαρμοσθεί η σχετική διακεκριμένη περίπτωση. Ομοίως δεν ισχύει και για το ανωτέρω μεσοδιάστημα. Σημειωτέον, ότι, κατά κανόνα, οι εξαρτημένοι τοξικομανείς, ασχέτως εάν δεν είναι υπότροποι και ασχέτως αν βρίσκονται σε νεαρή ηλικία, κρίνονται ως «ιδιαιτέρως επικίνδυνοι», με αποτέλεσμα να καταδικάζονται στις προβλεπόμενες από τον νόμο εξοντωτικές ποινές και αντί θεραπείας να οδηγούνται στον αφανισμό.
Συνεπώς, κρίνεται δίκαιο να καταργηθεί αυτή η διάταξη για την αποσυμφόρηση των φυλακών, αφού από την ισχύ της και σε διάστημα έντεκα ετών διπλασιάστηκε ο αριθμός των κρατούμενων, μόνο με τη λανθασμένη (και πρακτικώς αυθαίρετη) πιθανολόγηση των δικαστών, ότι στο μέλλον οι δράστες θα διέπρατταν νέα εγκλήματα. Επίσης, να σημειωθεί, ότι στην Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ δεν υπάρχει διάταξη για «ιδιαίτερα επικίνδυνο δράστη». Σημειώνεται, ότι οι χώρες μέλη της ΕΕ έχουν κάνει σημαία τους την Απόφαση-Πλαίσιο για την καταστολή του εγκλήματος. Σκοπός δεν πρέπει να είναι η εξόντωση των ασθενών-τοξικομανών.

4. ΧΑΡΗ ΚΑΙ ΜΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΠΟΙΝΩΝ

Να δοθεί χάρη και να μειωθεί η ποινή όλων των κρατούμενων και για οιονδήποτε αδίκημα, συμπεριλαμβανομένου και των ισοβιτών, για να αποσυμφορηθούν οι φυλακές. Θεωρούμε ότι αυτή η χάρη είναι δίκαιη και απαιτείται στο πλαίσιο της εφαρμογής της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ ΔΕΥ για τους εξής σημαντικούς λόγους:

α. Εκατοντάδες κρατούμενοι αντιμετώπισαν και πλήρωσαν με εξοντωτικές ποινές τις παρενέργειες του λεγόμενου «παραδικαστικού» και το γεγονός αυτό δεν αμφισβητείται. Οι παρενέργειες της κάθαρσης της δικαιοσύνης από τους επίορκους δικαστικούς λειτουργούς είναι ορατές και τα σημάδια του φόβου που διακατέχει τους δικαστικούς λειτουργούς αποτυπώθηκαν στις υπέρμετρα αυστηρές, άδικες και εξοντωτικές ποινές. Οι κρατούμενοι πολίτες, δυστυχώς, «πλήρωσαν» και εξακολουθούν να πληρώνουν την εξυγίανση του παραδικαστικού, αφού οι δικαστικοί λειτουργοί εξάντλησαν την αυστηρότητά τους εις βάρος τους για να φανούν έντιμοι, παραβιάζοντας τον όρκο τους για αμερόληπτη και ανεπηρέαστη δικαιοσύνη, και ήταν υπέρμετρα αυστηροί χωρίς να κινδυνεύουν να κατηγορηθούν για κακοδικία, αφού η αυστηρότητα και η επιβολή ποινών σε δίκαιους και άδικους (Έλληνες και αλλοδαπούς) δεν θεωρείται αιτία κακοδικίας, ελέγχονται δε μόνο οι απαλλακτικές ποινικές αποφάσεις και όχι οι υπέρμετρα αυστηρές, οι εξοντωτικές και οι απάνθρωπες.

β. Η Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ ισχύει από την 25.10.2004, συνεπώς κατ’ εφαρμογή του επιεικέστερου νόμου (άρθρο 2 του Π.Κ.), θα έπρεπε να είχαν μετριαστεί όλες οι ποινές σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Απόφασης. Επίσης, όσοι καταδικάστηκαν μετά την 25.10.2004, χωρίς να λάβουν υπόψη τους τα δικαστήρια τις διατάξεις της Απόφασης-Πλαισίου, που υπερίσχυε του εθνικού νόμου, σύμφωνα με την παρ. 1, του άρθρου 28 του Συντάγματος και των αποφάσεων ΑΠ 1603/1991 (Γ΄ Πολιτικού Τμήματος) και ΑΠ 1008/1993 (Α΄ Πολιτικού Τμήματος), καταδικάστηκαν άδικα, διότι δεν εφαρμόστηκε ο επιεικέστερος νόμος. Σημειώνεται, ότι οι Έλληνες δικαστές όφειλαν να γνωρίζουν την Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ, διότι είναι γνωστό ότι έχουν διπλό ρόλο, δηλαδή εθνικού και κοινοτικού δικαστή. Επίσης, εφόσον ο νόμος δεν αναγνωρίζει άγνοια νόμου στον πολίτη, πολύ περισσότερο δεν την αναγνωρίζει στον δικαστή.

γ. Λόγω του υπερπληθυσμού και των απάνθρωπων συνθηκών διαβίωσης των κρατούμενων στις ελληνικές φυλακές. Συγκεκριμένα, σε ένα τυπικό κελί ενός ή, το πολύ, δύο κρατούμενων, επί παραδείγματι των φυλακών της Αλικαρνασσού (η φυλακή κατασκευάσθηκε με τις τεχνικές προδιαγραφές των φυλακών Κορυδαλλού), διαμένουν τέσσερις, ή πέντε κρατούμενοι. Το τυπικό κελί έχει 3,73μ μήκος και 2,20μ πλάτος, με μία 0,90χ0,90μ τουαλέτα και 8,20μ² συνολικό εμβαδόν κελιού, συμπεριλαμβανομένης της τουαλέτας. Όταν διαμένουν πέντε άτομα, ο πέμπτος κοιμάται στο πάτωμα, δίπλα στην τουαλέτα. Δηλαδή, για τέσσερα άτομα, σε κάθε άτομο αντιστοιχούν 2,0μ², ενώ το άρθρο 21 του σωφρονιστικού κώδικα προβλέπει 10,00μ² ανά άτομο, πλέον της τουαλέτας, πρέπει δε να διαθέτει κρεβάτι, τραπέζι, κάθισμα και ντουλάπα. Προφανώς αυτά τα κελιά είναι, κυριολεκτικώς, στάβλοι συνάθροισης ζώων και όχι κελιά ευρωπαϊκής φυλακής για ανθρώπους.

δ. Σημειώνεται ότι ακόμη και η Ρουμανία, νέα χώρα – μέλος της ΕΕ, παραχώρησε χάρη πέντε ετών σε όλους του κρατούμενους με την εφαρμογή της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ.

στ. Εκατοντάδες νέοι άνθρωποι, κυρίως εξαρτημένοι και χρήστες ναρκωτικών, έχουν χαρακτηριστεί άδικα ως έμποροι και αργοπεθαίνουν στις φυλακές, ενώ αντιθέτως πολλοί επώνυμοι χρήστες ναρκωτικών έτυχαν της εύνοιας των δικαστών, οι δε γονείς των καταδικασμένων νέων ανθρώπων υφίστανται, κυριολεκτικώς, πέραν των άλλων συνεπειών της καταδίκης των παιδιών τους, σε ψυχικό και κοινωνικό επίπεδο, και αδιανόητη οικονομική επιβάρυνση, εφ’ όσον καταδαπανώνται εκποιώντας πολλές φορές ολόκληρη την περιουσία τους και δανειζόμενοι, δεν είναι δε λίγοι εκείνοι, οι οποίοι γίνονται θύματα των λειτουργούντων κυκλωμάτων, με περαιτέρω δυσμενέστατο αποτέλεσμα να δημιουργείται πρόσθετο κοινωνικό πρόβλημα και πρόβλημα λειτουργίας της Δημοκρατίας, κατά την δήλωση και αυτού του Προέδρου της ελληνικής Δημοκρατίας.

5. ΑΡΘΡΟ 497 § 7 ΚΠΔ

Το μέτρο της αναστολής εκτέλεσης της ποινής (άρθρο 497 § 7 ΚΠΔ) να εφαρμόζεται για τον σκοπό που νομοθετήθηκε, δηλαδή ως μέτρο επιείκειας (με σεβασμό, κυρίως, του θεσμοθετημένου «τεκμηρίου αθωότητας»), σε ποσοστό τουλάχιστον 60%, ώστε να αποσυμφορηθούν οι φυλακές από την πληθώρα των κρατούμενων, είναι δε γνωστό, ότι η διάταξη αυτή, τουλάχιστον στα δικαστήρια της Αθήνας και του Πειραιά, έχει περιέλθει, κατ’ ουσία σε αχρηστία, αφού επί παραδείγματι, επί συνόλου πενήντα υποθέσεων, γίνεται δεκτή μία ή, στην καλύτερη περίπτωση, δύο περιπτώσεις και αναστέλλεται η ποινή, ενώ σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, οι αντίστοιχες αιτήσεις απορρίπτονται χωρίς αιτιολογία και κατά παράβαση του νόμου (άρθρου 139 ΚΠΔ και 93§3, εδ. α΄ του Συντάγματος).

6. ΒΟΥΛΕΥΜΑ 25/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΦΕΤΩΝ ΚΕΡΚΥΡΑΣ

Το Συμβούλιο Εφετών Κέρκυρας με το υπ΄ αριθ. 25/2008 και με ημερομηνία 05.03.08 βούλευμα, αποφυλάκισε μη τοξικομανή δράστη, χωρίς καμία χρηματική εγγύηση, ενώ είχε προφυλακιστεί με βαριές κατηγορίες για κατοχή, μεταφορά και απόπειρα εισαγωγής ναρκωτικής ουσίας (ηρωίνης) στο σωφρονιστικό κατάστημα των φυλακών Κέρκυρας, με την αιτιολογία ότι η πράξη του δράστη, λόγω του πρότερου έντιμου βίου, δεν καταδείκνυε οργανωμένη εγκληματική υποδομή και επικινδυνότητα, αλλά περιστασιακή παραβατική συμπεριφορά !!!!

Επισημαίνεται ότι εκατοντάδες πολίτες, με μικρότερα αδικήματα από τον συγκεκριμένο δράστη, με αβεβαίωτες συναλλαγές και με αόριστες κατηγορίες χωρίς ενοχοποιητικά στοιχεία και πολλές φορές θύματα εγκληματικών οργανώσεων, κυρίως νέοι άνθρωποι, που είχαν την ατυχία να εμπλακούν και να εξαρτηθούν από τα ναρκωτικά, έχουν καταδικασθεί με εξοντωτικές ποινές, από 10 χρόνια έως ισόβια κάθειρξη, χωρίς ποτέ να κρίνουν οι δικαστές ότι οι πράξεις των κατηγορούμενων καταδείκνυαν περιστασιακή παραβατική συμπεριφορά. Αυτό το βούλευμα του Συμβούλιο Εφετών Κέρκυρας, στο πλαίσιο των διατάξεων του επιεικέστερου ευρωπαϊκού δικαίου για τα ναρκωτικά (Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ), αποτελεί πλέον νομολογία της ελληνικής δικαιοσύνης και είναι δικαίωμα κάθε κατηγορούμενου πολίτη να την επικαλεσθεί στα δικαστήρια ως νομολογία. Αυτό έκαναν πολλοί κατηγορούμενοι, όταν δικάστηκαν, αλλά χωρίς αποτέλεσμα, διότι δυστυχώς «η δικαιοσύνη εφαρμόζει δύο δίκαια, ένα επιεικές για τους επώνυμους και ένα εξοντωτικό για τους ανώνυμους πολίτες».

Μετά τα πρόσφατα δημοσιεύματα στον τύπο σχετικά με το υπ΄ αριθ. 25/2008 βούλευμα, η «Ένωση Πολιτών» ερεύνησε το θέμα και, θεώρησε υποχρέωση και καθήκον της, για να υπάρχει δημοκρατία και περιφρούρηση των καλώς εννοούμενων δικαιωμάτων των πολιτών, να υψώσει τη φωνή της και να κάνει γνωστό στον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης και στο πρόεδρο του Αρείου Πάγου την άρνηση των δικαστικών λειτουργών να εφαρμόσουν το Σύνταγμα και τους νόμους για όλους τους κατηγορούμενους ακόμη και για τους επώνυμους, όπως άλλωστε έχουν υποχρέωση. Σύμφωνα με την απόφαση 31/2007 της ολομέλειας Α.Π., στην οποία προήδρευσε ο νυν πρόεδρος του Αρείου Πάγου και στην οποία αποτυπώνεται η μεγάλη σοφία που διακρίνει τις αποφάσεις του Αρείου Πάγου, τονίζεται ότι από τη διάταξη του άρθρου 4 §1 του Συντάγματος, κατά την οποία όλοι οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου, συνάγεται ότι το Σύνταγμα θεσπίζει όχι μόνο την ισότητα των Ελλήνων έναντι του νόμου αλλά και την ισότητα του νόμου έναντι των Ελλήνων πολιτών, χωρίς εξαιρέσεις και χωρίς διακρίσεις. Δηλαδή, το Σύνταγμα δεν εξαιρεί τους επώνυμους. Καλείται το Υπουργείο Δικαιοσύνης να απαντήσει στον ελληνικό λαό και σε όλους τους κρατούμενους για υποθέσεις ναρκωτικών για το ποιος ευνοήθηκε από το υπ΄ αριθ. 25/2008 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Κέρκυρας και γιατί αυτή η νομολογία εφαρμόστηκε μία φορά και όχι για όλους τους κρατούμενους.

7. Η ΝΟΜΙΚΗ ΑΡΧΗ «NE BIS IN IDEM»

Η «Ένωση Πολιτών» φέρνει στην επιφάνεια τη μεγάλη αδικία που γίνεται από τις ελληνικές αρχές σε βάρος ελλήνων πολιτών και αφορά την επανάληψη της ποινικής διαδικασίας για τα ίδια πραγματικά περιστατικά / αδικήματα, για τα οποία έχουν ήδη εκδοθεί αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις από χώρες μέλη της ΕΕ.
Η νομική αρχή «ne bis in idem», η οποία βεβαιώνει ότι ουδείς προσάγεται ενώπιον της δικαιοσύνης και δικάζεται δύο φορές για την ίδια αξιόποινη πράξη, ενώ αναγνωρίζεται στο εθνικό ποινικό δίκαιο, δεν εφαρμόζεται από τα ελληνικά δικαστήρια όταν αφορά υποθέσεις σε επίπεδο ΕΕ.
Αποτέλεσμα αυτής της ανισορροπίας είναι να υπάρχουν σήμερα εκατοντάδες Έλληνες πολίτες και ιδιαίτερα ναυτικοί, οι οποίοι ενώ καταδικάστηκαν από δικαστήριο κράτους μέλους της ΕΕ για αδικήματα του ποινικού δικαίου και ενώ έχουν εκτίσει, ή εκτίουν, ή δεν μπορεί η ποινή τους να εκτιθεί, σύμφωνα με τους νόμους του συμβαλλόμενου κράτους που επέβαλε την καταδίκη, η Ελλάδα προχωρεί στην άσκηση νέας ποινικής δίωξης με αποτέλεσμα με την επιστροφή τους στη χώρα μας να επαναλαμβάνεται η ποινική διαδικασία από τα ελληνικά δικαστήρια, επιβάλλοντας στα ίδια πρόσωπα εξοντωτικές ποινές και μάλιστα την ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Αποτέλεσμα αυτής της αδικίας είναι ότι όσοι δεν γνωρίζουν αυτή την ανισορροπία να καταλήγουν για δεύτερη φορά στη φυλακή για το ίδιο αδίκημα, με εξοντωτική ποινή, ενώ όσοι τη γνωρίζουν δεν επαναπατρίζονται και δεν ξαναβλέπουν ποτέ την οικογένειά τους.

Επισημαίνεται ότι στο πλαίσιο της δικαστικής συνεργασίας μεταξύ των χωρών μελών της ΕΕ, σε ποινικές υποθέσεις και γενικότερα στο πεδίο του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης της ΕΕ προέχει η εξασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των πολιτών και η αμοιβαία αναγνώριση των δικαστικών αποφάσεων μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Η νομική αρχή «ne bis in idem», γνωστή από το ρωμαϊκό δίκαιο, αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των χωρών μελών της ΕΕ οδηγώντας στις αναλλοίωτες ελευθερίες μιας δημοκρατικής κοινωνίας ενός κράτους δικαίου.
Στο επίπεδο της ΕΕ η αρχή ρυθμίζεται από τη Σύμβαση για την Εφαρμογή της Συμφωνίας του Σένγκεν, τη Συνθήκη του Amsterdam, της Απόφασης-Πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ, που αφορά το Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, της Απόφασης-Πλαισίου 2003/577/ΔΕΥ, σχετικά με την εκτέλεση των αποφάσεων δέσμευσης περιουσιακών ή αποδεικτικών στοιχείων στην ΕΕ, καταλήγοντας στη Συνθήκη της Λισσαβόνας (ν. 3671/2008). Η Σύμβαση Σένγκεν δέσμευσε τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν την εν λόγω αρχή όχι μόνον «κατακορύφως», ήτοι στο επίπεδο του κράτους μέλους, αλλά επίσης «οριζοντίως», ή στο διακρατικό επίπεδο, απαγορεύοντας να δικάζεται και να κατηγορείται ενώπιον της δικαιοσύνης ένας πολίτης που έχει διαπράξει ποινικό αδίκημα με στοιχείο εξωτερικού πλείονες φορές από διαφορετικά δικαστήρια των κρατών μελών. Σημειώνεται ότι με πρωτοβουλία της ελληνικής Δημοκρατίας εκδόθηκε το σχέδιο Απόφασης-Πλαισίου του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με την Εφαρμογή της αρχής «ne bis in idem» (7246/2003 – C5 -0165/ 2003-2003/0811 (CNS)).

Η νομική αρχή «ne bis in idem» κατοχυρώνεται ως ατομικό δικαίωμα στα διεθνή νομικά μέσα των ανθρώπινων δικαιωμάτων, όπως στο Διεθνές Σύμφωνo για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (άρθρο 14, παράγραφος 7) της 19.12.1966, στο έβδομο πρωτόκολλο (άρθρο 4) της Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (άρθρο 50), αναγνωρίζεται δε από όλα τα νομικά συστήματα που διαπνέονται από την ιδέα σεβασμού και προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και αποτελεί ουσιαστική θωράκιση έναντι της καταχρηστικής άσκησης των κρατικών εξουσιών επί των πολιτών. Το άρθρο 14, παράγραφο 7 του Διεθνούς Συμφώνου κυρώθηκε με το ν. 2462/1997 και ισχύει από 05.08.97 και ορίζει ότι κανείς δεν δικάζεται ούτε τιμωρείται για ένα αδίκημα για το οποίο έχει ήδη απαλλαγεί ή καταδικαστεί με οριστική απόφαση που εκδόθηκε σύμφωνα με το δίκαιο και την ποινική δικονομία κάθε χώρας. Από την διάταξη αυτή η οποία κατά το άρθρο 28, παρ.1 του Συντάγματος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του ελληνικού εσωτερικού δικαίου και υπερισχύει από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου, προκύπτει ότι από την ισχύ του ως άνω Διεθνούς Συμφώνου κάθε απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου, με την οποία ο δράστης, ημεδαπός ή αλλοδαπός, καταδικάστηκε ή αθωώθηκε αμετάκλητα, αποτελεί δεδικασμένο στην Ελλάδα, που εμποδίζει νέα δίωξη του δράστη για την ίδια αξιόποινη πράξη. Αν δε παρά ταύτα ασκηθεί νέα ποινική δίωξη αυτή κηρύσσεται απαράδεκτη, λόγω δεδικασμένου, σύμφωνα με το άρθρο 370, περ. γ ΚΠΔ. Η πιο πάνω διάταξη του άρθρου 14, παρ.7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα δικαιώματα του ανθρώπου είναι ευμενέστερη των ρυθμίσεων που προβλέπονται από τα άρθρα 3, 54 και 55 του ν. 2414/1997, που κύρωσε τη συμφωνία Σένγκεν (Απόφαση 86/2001 Α.Π.).

http://ctzleague.blogspot.com/