Υπάρχουν χίλιοι δυο λόγοι μέσα από τα μονοπάτια της θεωρίας ή τις εμπειρίες της καθημερινότητας που μπορούν να οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι η ανάπτυξη ελευθεριακών μορφών οργάνωσης σε διάφορα πεδία της κοινωνικής ζωής (π.χ. πολιτική, εκπαίδευση, οικονομία κλπ) ή στο σύνολό της αποτελεί πλέον επιτακτική αναγκαιότητα αλλά και -πάνω απ’ όλα- άμεση επιθυμία. Σ’ ένα τέτοιο κείμενο δεν μπορούν ασφαλώς ν’ αναφερθούν όλοι αυτοί οι λόγοι. Ωστόσο, μπορούν να σκιαγραφηθούν μέσα από τη διατύπωση ορισμένων -κατευθυντήριων προς αυτούς- σημείων.

Ο καπιταλισμός, αφού κατάφερε να επικρατήσει σ’ ολόκληρο τον πλανήτη, άρχισε πλέον να αναδιαρθρώνεται μέσα από τον εκχρηματισμό κυριολεκτικά των πάντων και τη συγκρότησηση μιας παγκοσμιοποιημένης αγοράς. Αρχικά, φρόντισε να διαλύσει όλες τις προκαπιταλιστικές κοινωνικοοικονομικές σχέσεις. Για να διαλύσει αυτές τις σχέσεις, διέλυσε τον κοινωνικό ιστό που τις δημιουργούσε, την κοινότητα, η οποία αποτελεί τον κοινωνικό και πολιτικό οργανισμό που για χιλιετηρίδες τώρα επέλεξε το ανθρώπινο είδος να συγκροτήσει προκειμένου να καλυφθούν μέσα απ’ αυτόν οι ανάγκες του και να εφραστούν οι επιθυμίες του. Φτάσαμε λοιπόν σήμερα σε μία κρίσιμη ιστορική στιγμή που η αστικοποίηση και η ολοκληρωτική κυριαρχία της καπιταλιστικής αγοράς έχουν εξοβελίσει από την ανθρωπότητα τις (πραγματικές) έννοιες της τοπικής αυτοδιεύθυνσης (αυτονομία), της σχετικής αυτάρκειας, της κοινοτικής αλληλεγγύηςαλληλοβοήθειας, της άμεσης σύνδεσης παραγωγής και κατανάλωσης, της συνδιαχείρισης, της ανώνυμης δημιουργίας που είναι κτήμα όλων (και γι’ αυτό συνεχώς εξελισσόταν), της αρμονικής συνύπαρξης των ανθρώπινων κοινοτήτων με το περιβάλλον κλπ. Έτσι, έχουμε φτάσει στο σημείο όπου στα σύγχρονα οικιστικά σύνολα -είτε είναι γιγάντιες μεγαλουπόλεις είτε αστικοποιημένοι αγροτικοί οικισμοί- είναι ανύπαρκτη η έννοια της κοινότητας και ό,τι αυτή συνεπάγεται, όσον αφορά την πoλιτική (με την αρχαία ελληνική έννοια της λέξης), την οικονομία, την παιδεία κλπ. Και στις δυο περιπτώσεις, οι άνθρωποι δουλεύουν ή εμπορεύονται για να πληρωθούν και να πάνε στο super market και στα κυριλάτα καταστήματα να καταναλώσουν, έχουν το όνειρο της αγοράς ενός ακριβού αυτοκινήτου, ψηφίζουν για να διαχειριστούν κάποιοι “ειδικότεροι” την επίλυση των κοινών προβλημάτων, τραγουδούν ή χορεύουν τα ίδια τραγούδια, ντύνονται πάνω κάτω το ίδιο, μιλάνε με την διάλεκτο την ίδια γλώσσα και ούτω καθεξής.

Από την άλλη πλευρά, οποιαδήποτε αναφορά στην περίπτωση μιας ριζικής κοινωνικής αλλαγής φαντάζει όλο και πιο απόμακρη, όχι μόνο επειδή ενδυναμώνονται, μέσω των νεών τεχνολογικών δυνατοτήτων, οι κυρίαρχοι μηχανισμοί, αλλά και επειδή ως ένα σημείο αρχίζει να καταρρέει ο κλασικός προσδιορισμός του όρου “επανάσταση”. Αν ως “επανάσταση” ορίζεται η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, τότε πώς μπορούμε να μιλάμε για κάτι τέτοιο, όταν διαλύεται σταδιακά ο οποιοσδήποτε κοινωνικός ιστός και αντικαθίσταται από συναθροίσεις ατόμων σε αστικές ή εξαστισμένες περιοχές; Ας υποθέσουμε πάλι ότι ορισμένες κοινωνικές ομάδες συγκρούονται με το κυρίαρχο και πραγματώνουν αυτοδιαχειριζόμενες κοινωνικοοικονομικές λειτουργίες (π.χ. καταλήψεις κτηρίων, συνεργατικές βιοτεχνικές ενώσεις, ελευθεριακά σχολεία κλπ) στα πλαίσια μιας μεγαλούπολης. Πώς θα μπορούσαν να ολοκληρώσουν τον πολύμορφο πόλεμο στον οποίο θα εμπλέκονταν (ασφαλώς δεν τίθεται στρατιωτικά το ζήτημα) δίχως να έχουν πρόσβαση στον πρωτογενή τομέα παραγωγής, όπου και παράγονται τα βασικά για την επιβίωσή μας; Πώς θα μπορούμε μετά από λίγες δεκαετίες να μιλάμε για αυτοδιαχείριση στην ύπαιθρο, όταν οι περισσότερες ποικιλίες εντόπιων σπόρων φυτών έχουν ήδη εξαφανιστεί και οι παραγωγοί αγρότες εξαρτώνται όλο και περισσότερο από πολυεθνικές εταιρίες που παράγουν υβρίδια;

Ας πάμε τώρα στο επίπεδο της καθημερινότητας. Ο διαρκώς αναδιαρθρούμενος καπιταλισμός μας επιβάλλει τον ανταγωνισμό και τον ατομικισμό σ’ όλα πλέον τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής. Μας θέλει μια ζωή να τρέχουμε να βρούμε μεροκάμματο ή να τρέχουμε δίχως να παίρνουμε ανάσα για να κάνουμε καριέρα. Ανεξάρτητα από τη “φύση” του επαγγέλματος, δεν είσαι παρά ένας μισθωτός σκλάβος, ένας άνεργος, ένας εμποράκος, ένα ανώτερο στέλεχος ή ένας ληστής κι όσο αντέξεις. Όλα τα παραπάνω εμφανίζονται στη δομή της καπιταλιστικής οικονομίας, η οποία έχει αποβάλλει κάθε έννοια συλλογικότητας, κάθε έννοια κοινού συμφέροντος.

Ένα άλλο σημείο είναι ότι στον ελλαδικό χώρο τουλάχιστον, οι ελευθεριακές-αντιεξουσιαστικές συλλογικότητες που συγκροτούνται έχουν μόνο ιδεολογικό ή πολιτικό χαρακτήρα, δίχως να ασχολούνται με καίρια ζητήματα της καθημερινής ζωής, όπως αυτά της οικονομικής επιβίωσης, της εκπαίδευσης, της ανατροφής των παιδιών κλπ. Μεταθέτουν δηλαδή την υλοποίηση των ιδεών που τους διέπει σ’ ένα άγνωστο μακρινό μέλλον, δίχως να προσπαθούν να τις δοκιμάσουν στην πράξη. Έχουν, ως ένα βαθμό, ξεχάσει επομένως ότι όλοι έχουν μία μόνο ζωή και μόνο μέσα σ’ αυτό το διάστημα θα μπορέσουν να ζήσουν κάτι απ’ όλα αυτά που πιστεύουν.

Η δημιουργία μιας άλλης πολιτισμικής πρότασης μπορεί να γεννιέται τόσο στις μεγαλουπόλεις όσο και στην υπαίθρο. Ωστόσο, αν στις πρώτες υπάρχει (θεωρητικά) η δυνατότητα μιας μεγαλύτερης κυκλοφορίας και ανταλλαγής των ελευθεριακών ιδεών, στην δεύτερη υπάρχει (πρακτικά) η δυνατότητα δημιουργίας ελευθεριακών μορφών οργάνωσης σε συνολικό επίπεδο στα πλαίσια μιας κοινότητας. Κι αυτό είναι ένα από τα σημεία που πρέπει να παλαίψουμε: την ανάπτυξη της αυτοδιαχείρισης (μέσω συνεργατικών ενώσεων) και του ελευθεριακού κοινοτισμού.

Παρόλ’ αυτά, προκύπτει -μεταξύ άλλων- ένα σοβαρό ζήτημα: αυτό που επιτρέπει η θέση μας είναι να δημιουργήσουμε ή κατασκευάσουμε ελευθεριακές κοινότητες; Η απάντηση είναι ότι μπορούν να συμβούν και τα δύο: και να δημιουργήσουμε και να κατασκευάσουμε. Η διαφορά είναι ότι τα δημιουργήματα έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν, ενώ τα κατασκευάσματα είναι καταδικασμένα να πεθάνουν. Όμως, η δημιουργία ελευθεριακών κοινοτήτων θα μπορούσε να υπάρξει αν βασιζόταν, σ’ αρχικό στάδιο, σε συγκεκριμένα πολιτικά χαρακτηριστικά (που εμπεριέχουν και προωθούν την κατεύθυνση αυτή) καθώς και στη δημιουργία συνεργατικών ενώσεων (κοοπερατίβων) που θα περιείχαν το σπέρμα της ελευθεριακής κοινότητας και θα αποτελούσαν το γόνιμο έδαφος για την ανάπτυξή της. Εκτός των άλλων, δεν είναι λίγοι οι σύντροφοι/ισσες που ζουν και δρουν σ’ επαρχιακές πόλεις ή κωμοπόλεις, ούτε λίγοι από εμάς τυγχάνει να αφήνουν ένα μεγάλο αστικό κέντρο για να πάνε να δουλέψουν κάπου. Γιατί λοιπόν το ζήτημα της οικονομίας -και ασφαλώς όχι μόνο αυτό- να μην εξετάζεται και να μην επιλύεται συλλογικά;

Η ανάπτυξη επομένως του ελευθεριακού κοινοτισμού πρέπει να αποτελέσει ένα σημείο αναφοράς ιδιαίτερα σημαντικό για το ελευθεριακό/ αναρχικό ρεύμα. Και αυτό γιατί η δημιουργία μιας τέτοιας κοινοτικής συγκρότησης μπορεί ν’ αποτελέσει έναν από τους βασικότερους δημόσιους/κοινωνικούς χώρους για την ανάπτυξη μιας αντιθετικής στον αστικό πολιτισμό και συνεχώς εξελισσόμενης κουλτούρας, της ελευθεριακής κουλτούρας. Ας αναφέρουμε μάλιστα μερικά σημεία που μπορούμε να φανταστούμε ότι θ’ αποτελέσουν βασικά χαρακτηριστικά της ανάπτυξης συνολικών ελευθεριακών μορφών οργάνωσης, όπως οι ελευθεριακές κοινότητες, σε τέσσερα επίπεδα, κάπως τεχνητά διαχωρισμένα μεταξύ τους για λόγους ευκολίας: το κοινωνικό, το πολιτικό, το οικονομικό και το πολιτιστικό.


Κοινωνικό επίπεδο

Μέσα στα πλαίσια μιας ελευθεριακής κοινότητας:

  • εξαλείφεται ο κατακερματισμός του χρόνου σε “ελεύθερο” και “μη ελεύθερο”, αφού καταργείται κάθε έννοια εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, κάθε έννοια μισθωτής εργασίας
  • αποκαθίσταται η άμεση σχέση του ανθρώπου με τα παραγόμενα προϊόντα που καταναλώνει προκειμένου να επιβιώσει, αλλά και η χαρά που νιώθει ο καθένας μας όταν καταναλώνει κάτι που ο ίδιος με μεράκι έχει παράγει
  • γίνεται η φροντίδα των παιδιών και των ηλικιωμένων υπόθεση ολόκληρης της κοινότητας και όχι μόνο των συγγενών πρώτου βαθμού. Έτσι, η ενασχόληση με τα παιδιά δεν είναι υπόθεση μιας μητέρας/νοικοκυράς ούτε μιας πληρωμένης babysitter, όπως και η φροντίδα των ηλικιωμένων δεν είναι μόνο υπόθεση των παιδιών τους, μιας πληρωμένης νοσοκόμας ούτε ενός γηροκομείου
  • χρησιμοποιούνται οι γνώσεις του καθενός για το καλό όλων και όχι μόνο για ατομικό κέρδος. Έτσι, ο οικοδόμος μπορεί να βοηθήσει στο χτίσιμο νέων σπιτιών ή αποθηκών, ο αρχιτέκτονας σε συνεργασία με τον κτίστη στην αναστήλωση ορισμένων παλιών κτισμάτων αλλά και στην εξεύρεση νέων λειτουργικών αρχιτεκτονικών λύσεων, ο αγρότης μπορεί να μεταδώσει τις γνώσεις που διαθέτει σχετικά με τις γεωργικές καλλιέργειες σ’ εκείνους που δεν έχουν ασχοληθεί στο παρελθόν με αυτές, ο δάσκαλος μπορεί να διδάξει στο τοπικό σχολείο και ούτω καθεξής
  • επίσης, αποβάλλεται η αστική ιδέα της κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στη φύση και γίνονται προσπάθειες για την επανεύρεση της αρμονικής σχέσης μεταξύ της ανθρώπινης κοινότητας και του περιβάλλοντος χώρου.


Πολιτικό επίπεδο

Σε πολιτικό επίπεδο, η ελευθεριακή κοινότητα:

  • βασίζεται στην άμεση δημοκρατία μέσα από τη λειτουργία της γενικής συνέλευσης, της από κοινού λήψης και εκτέλεσης των αποφάσεων
  • μπορεί να συνδεθεί με αντίστοιχες οργανωτικές δομές, ώστε να δημιουργήσει ένα δίκτυο με σκοπό την προώθηση της ιδέας του ελευθεριακού κοινοτισμού και της συγκρότησης συνεργατικών ενώσεων
  • μπορεί να αναπτύξει εκδοτική δραστηριότητα
  • παρεμβαίνει σε τοπικά ζητήματα και συμμετέχει σε συνδικαλιστικούς αγώνες που άπτονται του αντικειμένου απασχόλησης των μελών της
  • οργανώνει ή συμμετέχει σε εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται σε ένα κοντινό αστικό κέντρο. Επίσης, μπορεί να συμμετέχει (συνολικά ή κάποια μέλη της) σε κινητοποιήσεις που γίνονται σ’ ένα από τα μεγάλα αστικά κέντρα.


Οικονομικό επίπεδο

Μια ελευθεριακή κοινότητα βασίζεται οικονομικά:

  • σε μια ισότιμη συνεργατική δομή και στη συνδιαχείριση όλων των μέσων παραγωγής που διατίθονται
  • στη συλλογική προσπάθεια για την επίλυση του προβλήματος της επιβίωσης
  • στη δυνατότητα αγοράς προϊόντων που δεν παράγονται στην κοινότητα σε τιμές χονδρικής
  • στην άμεση σχέση παραγωγού-καταναλωτή, μέσα από τη διανομή προϊόντων απευθείας στους καταναλωτές. Με αυτόν τον τρόπο, παραμερίζεται ο ρόλος του μεσάζοντα/εμπόρου και υπάρχει δυνατότητα μείωσης της τιμής των διαθέσιμων από την κοινότητα προϊόντων
  • στη δημιουργία κοινοτικών εργαστηριακών χώρων (π.χ. ενός ξυλουργείου, ενός μηχανουργείου, ενός γεωπονικού εργαστηρίου κλπ).
  • Ακόμα:
  • περιορίζεται ο εκχρηματισμός της οικονομίας λόγω της αυτοκατανάλωσης.
  • μειώνεται το κόστος παραγωγής των παραγόμενων προϊόντων λόγω της συνδιαχείρισης των παραγωγικών μέσων. Μειώνεται ακόμα το κόστος των προϊόντων που δεν παράγονται από την κοινότητα, εφόσον είναι δυνατό να αγοράζονται σε τιμές χονδρικής.
  • Επίσης, η ύπαρξη και η σύνδεση δύο ή περισσότερων κοινοτήτων ή συνεργατικών ενώσεων μπορεί να οδηγήσει στην ανταλλαγή των παραγόμενων προϊόντων. Ας φανταστούμε, για παράδειγμα, την ύπαρξη τριών τέτοιων κοινοτήτων στην Ελλάδα, που να βρίσκονταν μία στη Μακεδονία, μία στη Θεσσαλία και μία στο νότιο ηπειρωτικό ή νησιωτικό ελλαδικό χώρο. Η ύπαρξη της πολυκαλλιέργειας σε τρεις τέτοιες κοινότητες που να βρίσκονται σε διαφορετικές περιοχές θα απέδιδε ένα τεράστιο εύρος παραγόμενων προϊόντων, η ανταλλαγή των οποίων θα είχε μεγάλη σημασία στην κάλυψη των αναγκών της εκάστοτε κοινότητας.

Πολιτιστικό επίπεδο

Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί ακριβώς τον τρόπο με τον οποίο θα συνδέσουν τέτοιες κοινότητες τα απονεκρωμένα στοιχεία της τοπικής πολιτιστικής παράδοσης, τα στοιχεία της αντικουλτούρας, τα βιώματα του καθενός κλπ. Οι διαδρομές πολιτιστικής έκφρασης που όλοι γνωρίζουμε και κάθε φορά ακολουθούμε είναι τα στοιχεία εκείνα που θα αποτελέσουν τους θεμέλιους λίθους για την εξέλιξη μιας μακροχρόνιας πολιτισμικής διαδικασίας. Και αυτές οι διαδρομές δεν είναι καθόλου λίγες: η δημιουργία μιας κοινοτικής βιβλιοθήκης από τη συνένωση των βιβλίων όλων των μελών, η δημιουργία ενός καφενείου που να λειτουργεί και σαν αίθουσα προβολής ταινιών το χειμώνα, η δημιουργία ομάδων ή εργαστηρίων τέχνης, η παραγωγή ντοκυμαντέρ σχετικά με τις κοινοτιστικές παραδόσεις, την τοπική ιστορία, το περιβάλλον κλπ, η οργάνωση μαθημάτων δίχως χρηματικό αντίτιμο, η δημιουργία νέων αρχιτεκτονημάτων που να απορρέουν από τη σύνθεση των νέων αναγκών των μελών της κοινότητας με τις φόρμες που κυριαρχούν στα παραδοσιακά κτίσματα, η προσπάθεια εφαρμογής ή και ανάπτυξης κάποιας τεχνογνωσίας όσον αφορά ζητήματα όπως οι εναλλακτικές μορφές ενέργειας, η διαχείριση των υδάτινων πόρων, κλπ.

Τελικά, υπάρχουν τόσα άλλα παραπάνω πράγματα που μπορούμε να κάνουμε και που δεν μένει τίποτα άλλο από το να συζητήσουμε για το πώς θα τα κάνουμε.

Φώτης Κατέβας

ΕΥΤΟΠΙΑ (τεύχος 1)